Ταραντίνο

Του Ηλία Μαγκλίνη

Δεν το περίμενα, αλλά έπληξα αφόρητα με το «Κάποτε στο… Χόλιγουντ» του Κουέντιν Ταραντίνο. Μπορεί να βρει κάποιος χίλια δυο προβλήματα στις ταινίες του Ταραντίνο, η πλήξη όμως δεν είναι σχεδόν ποτέ ένα από αυτά. Κι όμως, μέχρι το διάλειμμα είχα γονατίσει. Χωρίς λόγο, το φιλμ κρατάει σχεδόν τρεις ώρες.

Το εκπληκτικό είναι ότι Σάββατο βράδυ, έξω από τη «Δεξαμενή» γινόταν διαδήλωση (λίγη ώρα πριν είχαμε αποχωρήσει από το «Σινέ Παρί» στην Πλάκα διότι… δεν είχε εισιτήρια). Ρωτήσαμε την ταξιθέτρια στη «Δεξαμενή» αν έφταιγε που γύρισε ο κόσμος από τις διακοπές του. «Καμία σχέση», μας απάντησε η κοπέλα. «Είμαστε έτσι κάθε βράδυ, γεμάτοι, εδώ και τρεις εβδομάδες».

Το «Κάποτε… στο Χόλιγουντ» διαδραματίζεται στο περιβάλλον της σόου μπίζνες του Λος Αντζελες το 1969 με κορυφαία στιγμή, στο φινάλε, την πραγματική ιστορία της σφαγής της ετοιμόγεννης Σάρον Τέιτ και τεσσάρων φίλων της από τα μέλη της χίπικης «οικογένειας» του Τσαρλς Μάνσον (τα οποία σκότωσαν εκείνη την περίοδο, τον Αύγουστο του 1969, άλλα πέντε άτομα).

Οποιος δεν έχει δει το φιλμ ας εγκαταλείψει τώρα την ανάγνωση διότι θα προβούμε σε αποκαλύψεις: όπως έκανε και στους «Αδοξους μπάσταρδους» (όπου ο Ταραντίνο αλλάζει την Ιστορία με την επιτυχημένη δολοφονία του Χίτλερ και των άλλων αρχιναζί), έτσι και εδώ ο σκηνοθέτης «σώζει» την Τέιτ και την παρέα της: ο Μπραντ Πιτ και ο Λεονάρντο ντι Κάπριο σφαγιάζουν μαεστρικά τους επίδοξους χίπιδες δολοφόνους.

Φαίνεται ότι ο Ταραντίνο έχει μια μανία να «διορθώνει» την Ιστορία βρίσκοντας ευτυχισμένες λύσεις. Αυτό αφήνει σε κάποιον που γνωρίζει τα στοιχειώδη μια βαθιά θλίψη: στην πραγματικότητα, η 8,5 μηνών έγκυος Σάρον Τέιτ κατακρεουργήθηκε με 21 μαχαιριές, παρακαλώντας για το παιδί της – κι όλο αυτό χωρίς κανένα λόγο ή αιτία.

Διαβάστε   Τετράτροχο… Σινεμά

Η ειρωνεία είναι ότι ο Ταραντίνο «σώζει» μεν την αθώα Σάρον, αλλά με ένα «απολαυστικό» λουτρό αίματος των τρελαμένων χίπιδων. Από τη βία μια φορά δεν γλιτώνεις στο σύμπαν του Ταραντίνο.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι όλο αυτό (η βία, ο φόνος, το αίμα) είναι απλώς αισθητικό, η όποια υποψία ηθικών ζητημάτων ή διλημμάτων απουσιάζει παντελώς. Και όλο αυτό μέσα από έναν καταιγισμό εικόνων και ήχου που φέρνει έναν ζαλιστικό περισπασμό χωρίς να υπάρχει στιβαρός αφηγηματικός άξονας. Εξοχες ερμηνείες, κατά τόπους οι γνωστοί σπιρτόζοι διάλογοι, χιούμορ και στυλ, δίχως όμως καμία ουσία.

Ηδη από το (εξαιρετικό κατά τα άλλα) «Pulp Fiction» άνθρωποι σκοτώνονταν σχεδόν παρεμπιπτόντως. Βρισκόμαστε πολύ μακριά από μια μεταφυσική (ή και μυθοποίηση) της βίας, όπως στο «Αποκάλυψη τώρα» ή στη «Σιωπή των αμνών». Βρισκόμαστε σε ένα σύμπαν όπου ο φόνος είναι ένα θέαμα δίχως κανένα υπόβαθρο.

Αυτός ο περισπασμός εικόνων τον κάνει πολύ αγαπητό στους νεότερους θεατές. Το χειρότερο όμως είναι η πλήξη: αυτό δεν συγχωρείται ποτέ. Η συσσώρευση εικόνων που δεν οδηγεί πουθενά. Στην πρώτη μισή ώρα ξέρεις πως ό,τι ήταν να δεις το είδες. Και στο φινάλε, θρηνείς ακόμα μία φορά τη Σάρον Τέιτ κι ας σώθηκε στο βίαιο μα ανώδυνο εντέλει σύμπαν του Ταραντίνο.

ΠΗΓΗ: kathimerini.gr