Γράφει ο Νικόλαος Αλέτρας
Η Τελευταία Νύχτα στο Τρέμορ, βασισμένη στο μυθιστόρημα La última noche en Tremor του Μικέλ Σαντιάγο, είναι μία σειρά ψυχολογικού θρίλερ που συνδυάζει μυστήριο, σασπένς, με την ψυχική απομόνωση και τις σκοτεινές πτυχές του ανθρώπινου νου. Σκηνοθετημένη από τον Οριόλ Πάουλο, γνωστό για το συναρπαστικό του έργο The Innocent, η σειρά των οκτώ επεισοδίων αφηγείται μία συγκλονιστική ιστορία γύρω από τη σχέση πραγματικότητας και φαντασίας και το πώς το παρελθόν μπορεί να στοιχειώνει το παρόν. Η ιστορία επικεντρώνεται στον Άλεξ, έναν ταλαντούχο αλλά συναισθηματικά καταβεβλημένο συνθέτη και πιανίστα, τον οποίο ενσαρκώνει ο Χαβιέ Ρέι. Έπειτα από μία σειρά προσωπικών τραγωδιών –μεταξύ αυτών και ένα επώδυνο διαζύγιο και μία καταρρακωμένη καριέρα– ο Άλεξ αποσύρεται στο απομονωμένο παραθαλάσσιο χωριό Τρέμορ, σε μία προσπάθεια να βρει γαλήνη και έμπνευση. Το ειδυλλιακό τοπίο της περιοχής ενισχύει την αίσθηση μοναξιάς και αποτελεί ταυτόχρονα σύμβολο της ταραγμένης ψυχολογίας του Άλεξ. Αν και αρχικά τοποθετημένη στην Ιρλανδία στο πρωτότυπο βιβλίο, η ιστορία της σειράς εκτυλίσσεται στην περιοχή της Αστούριας στην Ισπανία, προσφέροντας μία επιπλέον πολιτιστική και συναισθηματική διάσταση στην ιστορία.
Το Τρέμορ δεν αποτελεί απλά σκηνικό αλλά ένα ακόμα «χαρακτήρα», επιτείνοντας το αίσθημα της απομόνωσης και του φόβου. Η μετακόμιση του Άλεξ σε αυτό το ερημικό μέρος δεν αργεί να πάρει ανατριχιαστική τροπή όταν κατά τη διάρκεια μιας θυελλώδους καταιγίδας δέχεται χτύπημα κεραυνού, ένα γεγονός που τον αφήνει τραυματισμένο σωματικά και ψυχικά. Αρχίζει να βιώνει εφιαλτικές οπτασίες και προαισθήματα που αφορούν τους γείτονές του, βυθίζοντάς τον σε έναν κόσμο παράνοιας. Με θεματική την απομόνωση, το αδιέξοδο της θλίψης και την λεπτή διαχωριστική γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και παραισθήσεων, η σειρά καταδεικνύει τις ψυχικές και συναισθηματικές προκλήσεις του Άλεξ. Ο Χαβιέ Ρέι αποδίδει άψογα τον ρόλο του Άλεξ, ενός ανθρώπου που βρίσκεται στο χείλος της τρέλας, παλεύοντας με τους εσωτερικούς του δαίμονες. Η ερμηνεία του είναι γεμάτη ένταση και ευαισθησία, αναδεικνύοντας το ψυχολογικό βάθος και την εσωτερική του σύγκρουση. Η Άνα Πόλβοροσα, στον ρόλο της Τζούντι, της μυστηριώδους φίλης του, ενισχύει την αίσθηση του μυστηρίου, καθιστώντας δύσκολο για τον θεατή να αποκωδικοποιήσει τις προθέσεις της. Οι δυο τους δημιουργούν μία δυναμική αλληλεπίδραση, αυξάνοντας την αγωνία όσο προχωρά η πλοκή. Ο Γκιγιέρμο Τολέδο και η Πιλάρ Κάστρο συμπληρώνουν το βασικό καστ, υποδυόμενοι χαρακτήρες που διατηρούνται σκόπιμα αινιγματικοί, ενισχύοντας το γενικό κλίμα αμφιβολίας και ανασφάλειας που διακατέχει τη σειρά. Ο Πάουλο χρησιμοποιεί την αμφισημία για να τονίσει τη δυσπιστία, αναδεικνύοντας το πόσο εύκολα μπορεί η πραγματικότητα να μπερδευτεί με τη φαντασία όταν κάποιος βρίσκεται σε ευάλωτη ψυχολογική κατάσταση.
Το οπτικό στυλ της σειράς παίζει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία της σκοτεινής ατμόσφαιρας. Η απόφαση να γυριστεί στην περιοχή Αστούριας της Ισπανίας, και συγκεκριμένα στην πόλη Puerto de Vega, προσδίδει μία μυστηριώδη αίσθηση στη σειρά. Τα τραχιά βράχια, τα σκοτεινά δάση και οι απέραντες, έρημες παραλίες, όλα συμβάλλουν σε μία ατμόσφαιρα που ταιριάζει απόλυτα με την ψυχολογική ένταση της πλοκής. Το φανταστικό χωριό Τρέμορ αποκτά μια αλλόκοτη υπόσταση που υπογραμμίζει τα θολά όρια μεταξύ πραγματικότητας και εφιάλτη.
Η μουσική του Φερνάντο Βελάσκεθ, γνωστού για την επιτυχία του A Monster Calls, αποτελεί ένα από τα κύρια στοιχεία που ενισχύουν την αγωνία και το συναισθηματικό βάθος της σειράς. Οι διακριτικές μελωδίες του αποτυπώνουν ιδανικά την ταραχή του Άλεξ και την κλιμακούμενη αίσθηση φόβου που δημιουργείται σε κάθε σκηνή.
Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα της σειράς είναι ο τρόπος που αναπτύσσεται η ένταση. Ο Πάουλο επιτρέπει στην ιστορία να εξελιχθεί αργά, δημιουργώντας μία αίσθηση σφιχτοδεμένης αγωνίας όσο ο Άλεξ παρασύρεται στις παρανοϊκές του φαντασιώσεις. Η αργή ανάπτυξη ίσως να μην είναι κατάλληλη για όσους προτιμούν γρήγορους ρυθμούς, αλλά για εκείνους που εκτιμούν το ψυχολογικό βάθος, η υπομονή αποδίδει στο τέλος. Οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη, μπερδεύοντας τους θεατές για το τι είναι πραγματικό και τι φανταστικό. Η ανατροπή του τελευταίου επεισοδίου είναι «όλα τα λεφτά» και προσδίδει μια ευπρόσδεκτη αίσθηση αφηγηματικής φρεσκάδας σε μια σπουδαία σειρά που αποτελεί μία αξιόλογη προσθήκη στη βιβλιοθήκη των ψυχολογικών θρίλερ του Netflix. Με την ατμοσφαιρική του σκηνοθεσία, τις δυνατές ερμηνείες και την ανατριχιαστική θεματολογία του, καταφέρνει να προσφέρει μία καθηλωτική εμπειρία για τους θεατές που αγαπούν τις ιστορίες με ψυχολογικό βάθος.