Του Νίκου Αρτινού
Ο Μιχάλης Κακογιάννης πέθανε το 2011 σε ηλικία 90 ετών. Γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου το 1922. Μεγάλωσε στην Ελλάδα και τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα, ενώ στη συνέχεια μετακόμισε στο Λονδίνο όπου σπούδασε Νομική. Ακολουθώντας την καλλιτεχνική του φύση σπούδασε θέατρο στην Κεντρική Σχολή Δραματικών Τεχνών του Λονδίνου. Παράλληλα, εργάστηκε ως ραδιοφωνικός παραγωγός στο BBC και ως ηθοποιός σε διάφορες λονδρέζικες σκηνές.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1953 σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία Φθινόπωρο στην Αθήνα. Το 1955 ήταν μια χρονιά σημαδιακή για το ελληνικό σινεμά. Η δεύτερη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, Στέλλα συμμετείχε στο φεστιβάλ των Καννών κερδίζοντας τις εντυπώσεις, ενώ η πρωταγωνίστρια Μελίνα Μερκούρη, έγινε το πρόσωπο της ημέρας κλέβοντας την καρδιά του Ζυλ Ντασέν. Ο γαλλοεβραϊκής καταγωγής Αμερικάνος Ζυλ Ντασσέν λάτρεψε την Ελλάδα στο πρόσωπο της Μελίνας Μερκούρη και οδήγησε το ελληνικό σινεμά στο έπακρο μιας φολκλόρ αισθητικής, που εξύμνησε υπερβολικά την ιδιαίτερη ελληνική κουλτούρα διαμέσου της ανεμελιάς που μας χαρακτηρίζει ως λαό (Ποτέ την Κυριακή). Όμως, αυτός που έθεσε τον ελληνικό κινηματογράφο στις σωστές του πολιτισμικές διαστάσεις ήταν ο Μιχάλης Κακογιάννης. Κάνω τη σύγκριση με τον Ζυλ Ντασέν γιατί αυτοί οι δύο ήταν που ανέδειξαν, αρχικά, την κινηματογραφική Ελλάδα σε διεθνές επίπεδο. Στις επόμενες δεκαετίες μεσουράνησε ο εσωστρεφής κινηματογραφικός κόσμος του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Σε αντίθεση με το Ζυλ Ντασέν, ο Μιχάλης Κακογιάννης παρότι χρησιμοποίησε τη φολκλόρ πλευρά του ελληνικού τοπίου και της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας, το ύφος του ήταν πιο σκοτεινό. Ο Ντασέν, στις ταινίες της ελληνικής περιόδου, χαρακτηρίζεται από την ανάδειξη του φωτός, κάτι που πιθανόν να οφείλεται στον ανεξάντλητο ήλιο της Ελλάδας. Ακόμα και η οπτική απόδοση της ταινίας Ο Χριστός ξανασταυρώνεται-παρόλο που η ιστορία της είναι νεφελώδης -είναι τόσο φωτεινή που έρχεται σε πλήρη και εύστοχη αντίθεση με το τελικό απαισιόδοξο μήνυμα της ιστορίας του Νίκου Καζαντζάκη.
Από την αρχή της καριέρας του, ο Μιχάλης Κακογιάννης φάνηκε να εμπνέεται τόσο από τους κλασικούς του σινεμά της εποχής του όσο και από την ιδιαίτερη θεατρική του παιδεία. Στο φιλμ Κυριακάτικο Ξύπνημα με τους Δημήτρη Χορν και Έλλη Λαμπέτη, οι επαΐοντες θα δουν στοιχεία του σινεμά του Ρενέ Κλερ στην οπτική ερμηνεία της ιστορίας. Η κωμωδία διαδέχεται το δράμα και το αντίθετο, σε μια αλληλουχία όπου η σπουδή των ευαίσθητων και εύθραυστων προσωπικών δεδομένων της ψυχής είναι τελικά το επίμαχο ζήτημα των ταινιών του Κακογιάννη. Από τη φημισμένη Στέλλα των κουτουκιών του Πειραιά στο Κορίτσι με τα μαύρα της πανέμορφης Ύδρας, ο Κακογιάννης παρουσιάζει την ελληνική πραγματικότητα με έναν τραχύ ρεαλισμό που σου σφίγγει την καρδιά. Τα παραπάνω φιλμ αιχμαλωτίζουν τη συντηρητική αυστηρότητα και την υποκρισία των κοινωνικών σχέσεων, που βασίζονται σε παραδοσιακά στερεότυπα του παρελθόντος. Τα στοιχεία αυτά συνδυάζονται ιδανικά με την αποπνικτική μοναχικότητα (ως προσωπική επιλογή) και τη μοναξιά (ως μοιραίο αποτέλεσμα της μοναχικότητας) των ηρώων.
Η παρέμβαση της μοίρας καθορίζει τις ζωές βολεμένων αστών όσο και τις ζωές φτωχών ανθρώπων της επαρχίας, αναγκάζοντάς τους να γίνουν τραγικοί ήρωες που αναζητούν μάταια την ευτυχία. Δρόμοι της πόλης, απομακρυσμένα χωριά σε μοναχικά νησιά και έρημες πλαγιές αποτελούν τα αγαπημένα σκηνικά για να αναπτύξει τις ιστορίες του ο Μιχάλης Κακογιάννης σ’ αυτή την πρώιμη περίοδο της δημιουργίας του. Είναι σαφής η επιρροή του ιταλικού νεορεαλισμού στο έργο του.
Η μεγάλη επιτυχία για τον Κακογιάννη υπήρξε η μεταφορά ενός αριστουργήματος της ελληνικής λογοτεχνίας στο σινεμά. Ο Αλέξης Ζορμπάς (1964) του Νίκου Καζαντζάκη έγινε μια συναρπαστική κινηματογραφική ταινία, με τον Άντονι Κουίν να ενσαρκώνει ένα ρόλο που αποτελεί, ίσως, τον πιο σπουδαίο της καριέρας του. Η τραχύτητα του άξεστου Ζορμπά και η βάρβαρη αγάπη του για τη ζωή πάνε χέρι-χέρι με τη δεισιδαιμονία και την κακοδαιμονία της απροσπέλαστης ελληνικής επαρχίας. Σαν ένας σύγχρονος Έλληνας θεός, δείχνει να προσπερνά προλήψεις και προκαταλήψεις και με εφηβικό ενθουσιασμό χορεύει συρτάκι με τον -έκπληκτο και ανίκανο να αντιδράσει- νεαρό Βρετανό συγγραφέα, που προσπαθεί να καταλάβει τι μέρος του λόγου είναι ο Ζορμπάς. Η μεγάλη επιτυχία της ταινίας του Κακογιάννη οφείλεται στο γεγονός ότι παρουσιάζει το Ζορμπά ως αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης. Ο Ζορμπάς είναι η ανθρώπινη ουσία της φύσης-που μπορεί να είναι και σκοτεινή και φωτεινή- γι’ αυτό και η συμπεριφορά του και οι αντιδράσεις του είναι τόσο… ενστικτώδεις. Η ταινία είναι γεμάτη δραματικές ποιητικές στιγμές, όπου οι ψίθυροι, οι κραυγές και τα βλέμματα αποτελούν το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην αρχαία ελληνική τραγωδία και την πανίσχυρη ελληνική παράδοση που άφησε πίσω της η τουρκοκρατία.
Η εκλεπτυσμένη θεατρική παιδεία του Μιχάλη Κακογιάννη φάνηκε σε ταινίες όπου η αρχαία ελληνική τραγωδία μεταγράφηκε στο σελιλόιντ. Ηλέκτρα (1962), Τρωάδες (1971) και Ιφιγένεια (1976) αποτελούν για τον Κακογιάννη τρία φιλμ στα οποία η τραγικότητα των χαρακτήρων εντοπίζεται στις κλασικές απαιτήσεις των αρχαίων Ελλήνων τραγικών: πεπρωμένο και προσωπική επιλογή, έγκλημα και τιμωρία, καλό και κακό, θυσία και δίλημμα, θεϊκή παρέμβαση και λύτρωση. Η σκηνοθετική άποψη του Κακογιάννη, χωρίς να προδίδει στο παραμικρό τα αρχαία κείμενα, προσθέτει σ’ αυτά τη δική του προσωπική δημιουργική γραφή. Μια δημιουργική γραφή που του έδωσε τον τίτλο ενός ποιητή του σύγχρονου ελληνικού σινεμά.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ-ΟΙ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ
Έτος
|
Τίτλος
|
Συμμετοχές σε φεστιβάλ και βραβεύσεις
|
1954
|
Κυριακάτικο ξύπνημα
|
Βραβείο στο φεστιβάλ του Εδιμβούργου
|
1955
|
Στέλλα
|
Συμμετοχή στο φεστιβάλ των Καννών το 1955. Βραβείο χρυσής σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας από την επιτροπή ανταποκριτών ξένου τύπου στο Hollywood το 1955
|
1956
|
Το κορίτσι με τα μαύρα
|
Συμμετοχή στο φεστιβάλ των Καννών το 1956. Βραβείο χρυσής σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας απο την επιτροπή ανταποκριτών ξένου τύπου στο Hollywood. Ασημένιο βραβείο στο φεστιβάλ της Μόσχας
|
1958
|
Το τελευταίο ψέμα
|
Συμμετοχές στο Φεστιβάλ των Καννών το 1958, στο φεστιβάλ της Μελβούρνης το 1959 και στο φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο το 1959
|
1960
|
Eroica
|
Συμμετοχή στα φεστιβάλ Βερολίνου και Λονδίνου το 1960. Το 1961 κέρδισε στη Θεσσαλονίκη το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας
|
1962
|
Ηλέκτρα
|
Μεγάλο Βραβείο της κριτικής επιτροπής στο φεστιβάλ των Καννών του 1962. Βραβεία στα φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (1962), του Εδιμβούργου (1962), του Ακαπούλκο (1962), του Βερολίνου (1963) και υποψηφιότητα για Oscar καλύτερης ξένης ταινίας (1962).
|
1964
|
Αλέξης Ζορμπάς
|
Έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ. Κέρδισε τελικά τρία (Β΄ γυναικείου ρόλου, καλλιτεχνικής διεύθυνσης, κινηματογράφησης)
|