“Η Νύχτα με τις Μάσκες” δεν είναι σαν τις ελληνικές Απόκριες…

Του Γιάννη Τοτονίδη

Με αφορμή την ταινία «Halloween: Η Νύχτα Με Τις Μάσκες» του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, με τους Τζέιμι Λι Κέρτις, Τζούντι Γκριρ, Ουίλ Πάτον, αποφάσισα να τραβήξω τις Μάσκες και να δω τι κρύβεται πίσω από αυτό το horor franchise που έκλεισε αίσια τα 40 χρόνια.

Πριν από όλα όμως αναζήτησα να μάθω τι είναι, γιατί και πως καθιερώθηκε το Halloween ως γιορτή. Με την πρώτη ματιά μοιάζει με τις Απόκριες, αλλά έχει αρκετές διαφοροποιήσεις. Αν και οι Απόκριες στην Ελλάδα έχουν τις ρίζες του στις αρχαιότερες “Διονυσιακές γιορτές”, όπου οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν, χόρευαν και τραγουδούσαν πίνοντας κρασί με αστείρευτο κέφι προς τιμή του Διόνυσου, εντούτοις γιορτάζονται διεθνώς. Προφανώς θα υπάρχουν αντίστοιχες τοπικές “ρίζες” που τις καθιέρωσαν ως εορταστικό έθιμο. Από την Τενερίφη, μέχρι τη Γερμανία, Γαλλία, Βενετία και Βραζιλία. Συνήθως, γιορτάζονται Φεβρουάριο ή Μάρτιο, τρεις εβδομάδες πριν από την Καθαρά Δευτέρα, με την οποία αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή, γι’ αυτό είναι κινητή γιορτή και η έναρξή τους εξαρτάται από το Πάσχα.

Το Halloween γιορτάζεται τη νύχτα της 31ης Οκτωβρίου και είναι σταθερή γιορτή. Η λέξη προέρχεται από το All Hallow Even και δηλώνει την παραμονή της γιορτής των Αγίων Πάντων, την οποία οι καθολικές χώρες γιορτάζουν 1 Νοεμβρίου. Οι ρίζες του Halloween ξεκινούν από τη γιορτή Samhain ή Samuin (στα παλιά ιρλανδικά σημαίνει “τέλος του καλοκαιριού”), στις 31 Οκτωβρίου, από τους Κέλτες που γιόρταζαν το τέλος της περιόδου της συγκομιδής και την αρχή του χειμώνα. Αυτήν τη νύχτα τα παιδιά αρέσκονται σε τρομακτικές μεταμφιέσεις και επισκέπτονται σπίτια μαζεύοντας γλυκά, φωνάζοντας το γνωστό Trick or Treat” (φάρσα ή κέρασμα). Με τον τρόπο αυτό προειδοποιούν τους ιδιοκτήτες πως θα τους κάνουν κάποια τρομακτική φάρσα, αν δεν τους προσφέρουν γλύκισμα.

Σύμβολο της γιορτής είναι η κούφια κολοκύθα  με την ανθρώπινη μορφή, μέσα στην οποία υπάρχει ένα αναμμένο κερί. Ένας ιρλανδικός θρύλος λέει ότι ένας τεμπέλης, αλλά πολύ έξυπνος αγρότης, ο Τζακ, κατάφερε να παγιδεύσει τον Διάβολο πείθοντάς τον να μπει σε μια κουφάλα δέντρου, όπου τον παγίδευσε με έναν σταυρό. Τότε, ο Διάβολος συμφώνησε μαζί του πως αν τον απελευθέρωνε, δε θα πήγαινε ποτέ στην Κόλαση. Η συμφωνία τηρήθηκε και έτσι ο πεθαμένος αγρότης κάθε χρόνο φτιάχνει αυτές τις κούφιες κολοκύθες–φαναράκια (Φανάρια του Τζακ ή Jack-o-Lantern), βάζει μέσα τους ένα κερί και περιπλανάται σε όλη τη Γη, για να βρει ένα μέρος να αναπαυθεί. Τα χρώματα που συνδέονται με τη γιορτή είναι το πορτοκαλί (συμβολίζει τη φθινοπωρινή σοδειά) και το μαύρο (συμβολίζει το θάνατο και γενικότερα τον “άλλο κόσμο”).

Σύμφωνα με το μύθο, οι ψυχές των ανθρώπων που πέθαναν κατά τη διάρκεια του έτους ψάχνουν να μπουν σε ένα σώμα για να κερδίσουν την αθανασία. Έτσι, οι ζωντανοί φορούν τρομακτικές στολές, προσπαθώντας να φοβίσουν και να διώξουν τα πνεύματα. Κατά μια άλλη πολιτιστική παράδοση, την ημέρα αυτή θεωρείται ότι μπορεί να επιτευχθεί επαφή με τον κόσμο των πνευμάτων και είναι η μέρα που η μαγεία και οποιαδήποτε υπερφυσική δραστηριότητα βρίσκεται στο ζενίθ. Το έθιμο της γιορτής του Halloween και της κολοκύθας-φαναράκι έφεραν στην Αμερική οι Iρλανδοί μετανάστες το 1840.

Οι χώρες που γιορτάζουν περισσότερο το Halloween είναι οι ΗΠΑ και ο Καναδάς. Κερδισμένοι φυσικά από την ημέρα αυτή είναι οι ζαχαροπλάστες, αφού ο τζίρος σε γλυκά και ζαχαρωτά υπερβαίνει κατά πολύ τον αντίστοιχο των Χριστουγέννων, του Αγίου Βαλεντίνου και του Πάσχα. Ο κινηματογράφος, ως ένα ζωντανό κύτταρο παραγωγής ιδεών και μετατροπής τους σε εικόνες, δε θα μπορούσε να μην εκμεταλλευτεί ένα τέτοιο έθιμο. Ιδιαίτερα το τρομακτικό της στοιχείο, με τις μεταμφιέσεις και τις μάσκες.

Εν αρχή ην ο Τρόμος. Το 1978 ο Τζον Κάρπεντερ συγγράφει ένα σενάριο με τη Ντέμπρα Χιλ και πείθει τους Τζέιμι Λι Κέρτις, Ντόναλντ Πλέζανς, Νικ Καστλ, Νάνσυ Λούμις και Μπράιαν Άντριους να συμμετέχουν στην ταινία που έχει αποφασίσει να σκηνοθετήσει με buget 325.000 δολαρίων. Αρχικά ο τίτλος της ήταν «The Babysitter Murders», αλλά στη συνέχεια μετονομάστηκε στο δημοφιλές «Ηalloween» (Η Νύχτα Με Τις Μάσκες). Επρόκειτο για ένα είδος “slasher film”*, το οποίο γινόταν ολοένα και πιο δημοφιλές εκείνη την εποχή. Ο Ντόναλντ Πλέζανς υποδύεται τον Δρ. Σαμ Λούμις, η Τζέιμι Λι Κέρτις τη Λόρι Στρόουντ και ο Νικ Κάστλ τον δολοφόνο Μάικλ Μάγιερς.

Η ταινία ξεκινά στο Χάντονφιλντ του Ιλινόις, όπου ο 6χρονος Μάικλ Όντρει Μάγιερς μαχαιρώνει μέχρι θανάτου την αδερφή του Τζούντιθ, στις 31 Οκτωβρίου του 1963, ημέρα γιορτής του Ηalloween, αφού εκείνη έκανε σεξ με το αγόρι της. Ο ψυχίατρος Δρ. Σαμ Λούμις αναλαμβάνει τη φροντίδα του, προσπαθώντας να κατανοήσει την παράξενη ψυχολογία του και να ερμηνεύσει την ανεξήγητη οργή του. Στα 21 του ο Μάγιερς δραπετεύει από το ψυχιατρείο και επιστρέφει στο Χάντονφιλντ, με τον Δρ. Λούμις να τον ακολουθεί. Ο Μάικλ εντοπίζει και παρακολουθεί τη 17άχρονη Λόρι Στρόουντ, τη μικρότερη αδερφή του, και ξεκινά μια σειρά τρομακτικών, βίαιων, ψυχοπαθητικών φόνων, καταδιώκοντας και δολοφονώντας πλήθος ατόμων με ένα κοφτερό μαχαίρι. Στο τέλος, αφού η Λόρι καταφέρνει να τραυματίσει τον Μάγιερς στο μάτι, στο λαιμό και στο στήθος, ο Δρ. Λούμις τον πυροβολεί έξι φορές. Εκείνος πέφτει από το μπαλκόνι του 2ου ορόφου, αλλά όταν ξανακοιτάει κάτω, το πτώμα έχει εξαφανιστεί. Στα τελευταία πλάνα απεικονίζεται το σπίτι των Μάγιερς, ενώ ακούγεται η ανάσα του Μάικλ κάτω από την μάσκα.

Το φιλμ αποτέλεσε μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία και μία από τις πιο επιτυχημένες ανεξάρτητες παραγωγές όλων των εποχών. Ένας από τους κυριότερους λόγους της επιτυχίας της ήταν η χαρακτηριστική μουσική της, μια μελωδία σε πιάνο σε ρυθμό 5/4, την οποία συνέθεσε ο ίδιος ο Κάρπεντερ με τη βοήθεια του συνθέτη Νταν Ουάιμαν που εργαζόταν στο πανεπιστήμιο Σαν Τζοζέ.

Επίσης, ακούγεται ένα μη τιτλοφορημένο τραγούδι από το συγκρότημα που είχε κάποτε ο Τζον Κάρπεντερ, ενώ ένα άλλο είναι το γνωστό “Don’t Fear The Reaper”, του κλασσικού ροκ συγκροτήματος “Blue Öyster Cult”. Το soundtrack κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1983 και επανακυκλοφόρησε το 1990 και το 2000.

Υπάρχουν μερικές διαφορετικές εκδοχές της ταινίας. Η εκδοχή που διαρκεί 91 λεπτά είναι η περισσότερο γνωστή. Όμως, υπάρχει μία επεξεργασμένη εκδοχή της, ειδικά για την τηλεόραση, διάρκειας 101 λεπτών με σκηνές που κόπηκαν την τελευταία στιγμή. Αυτή κυκλοφόρησε το 2003 σε DVD, με τίτλο «Halloween: The Extended Version», ενώ στην 20η επέτειο της ταινίας, το 1998, προστέθηκαν νέοι ήχοι. Τέλος, το 2006, επιλέχθηκε να διατηρηθεί στο Εθνικό Αρχείο Κινηματογράφου των ΗΠΑ από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική ταινία.

Την εισπρακτική επιτυχία του πρώτου μέρους ακολουθεί το «Halloween II» (Η Νύχτα Με Τις Μάσκες Νο 2), στις 30 Οκτωβρίου του 1981, προπαραμονή της γιορτής του Halloween. Η σκυτάλη της σκηνοθεσίας παραδίδεται στον Ρικ Ρόζενταλ, το σενάριο είναι πάλι των Τζον Κάρπεντερ και Ντέμπρα Χιλ και πρωταγωνιστές σχεδόν οι ίδιοι: Τζέιμι Λι Κέρτις (ως Λόρι Στρόουντ), Ντόναλντ Πλέζανς (ως Δρ. Σαμ Λούμις), Ντικ Ουάρλοκ (ως Μάικλ Μάγιερς) και Τσάρλς Σίφερς (ως Σερίφης Λι Μπράκετ). Καθώς η τραυματισμένη Λόρι νοσηλεύεται στο νοσοκομείο, ο μανιακός δολοφόνος Μάικλ Μάγιερς δραπετεύει και την καταδιώκει εξολοθρεύοντας τους επικεφαλής του νοσοκομείου. Παρά τις έξι σφαίρες που του έριξαν στην αρχική ταινία, αποδεικνύεται “πολύ σκληρός για να πεθάνει”. Η Λόρι για άλλη μια φορά είναι το υποψήφιο θύμα του και ο Δρ. Λούμις για άλλη μια φορά ο καταδιώκτης του παρανοϊκού Μάγιερς.

Το πρώτο sequel του «Halloween» συνεχίζει από εκεί που τελείωσε την αφήγησή του το προηγούμενο, πάλι κατά τη γιορτή του Halloween. Η Σκηνοθεσία ακολουθεί τα προηγούμενα αχνάρια, η Φωτογραφία παραμένει θολή, με κόκκο και το soundtrack εξακολουθεί να παραμένει ηχητικά αποκρουστικό, παρόλες τις ελάχιστες, ανατριχιαστικές νότες. Το Σενάριο γίνεται περισσότερο παράλογο και διαδραματίζεται στους σκοτεινούς διαδρόμους ενός έρημου νοσοκομείου (γιατί η Στρόουντ νοσηλεύεται σε έρημο νοσοκομείο δεν χρειάζεται διευκρίνιση, απλά έτσι απαιτεί η πλοκή), με ένα αέναο κυνηγητό από τον δημοφιλή -πλέον- δολοφόνο που επαναλαμβάνει τους ακατανόητους ωμούς φόνους του με σήμα κατατεθέν τη λευκή μάσκα.

Οι παραγωγοί πίστευαν ότι αυτή θα ήταν η τελική συνέχεια της σειράς. Έτσι, επέτρεψαν στον Ουάρλοκ να κρατήσει τη μάσκα, το νυστέρι, τις μπότες, το κοστούμι και το μαχαίρι που χρησιμοποιήθηκαν στα γυρίσματα. Όταν, όμως, αποφάσισαν να αναβιώσουν τον Μάικλ στο 1988, συνειδητοποίησαν ότι είχαν κάνει λάθος και από τότε δε χάρισαν ξανά κανένα αντικείμενο σε οποιονδήποτε από το πλήρωμα. Γι’ αυτό και στις επόμενες ταινίες χρησιμοποιούνται διαφορετικές μάσκες που φαίνονται διαφορετικές. Αυτή είναι η μόνη ταινία αποκριών που δείχνει το πρωί μετά την 31η, κάθε άλλη ταινία τελειώνει τη νύχτα του Halloween.

Διαβάστε   24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (αντί απολογισμού): η μυθοπλαστική αφήγηση ως βασική διάσταση των ταινιών τεκμηρίωσης

Το «Halloween III – Season of the Witch» (Η Νύχτα Με Τις Μάσκες No 3) προβάλλεται στις 22 Οκτωβρίου του 1982, λίγες μέρες προτού τη γιορτή του Halloween. Σκηνοθέτης είναι ο Τόμι Λι Ουάλας και πρωταγωνιστούν οι Τομ Άτκινς, Στέισι Νέλκιν και διάφοροι άλλοι που δεν έχει νόημα να αναφέρουμε. Μια εμφανής δολοφονία – αυτοκτονία σε ένα δωμάτιο έκτακτης ανάγκης νοσοκομείου, οδηγεί τον εφήμερο γιατρό σε μια έρευνα, η οποία αποκαλύπτει πως ένας παράλογος κατασκευαστής παιχνιδιών επιδιώκει να σκοτώσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους κατά τη διάρκεια του Halloween, μέσω ενός αρχαίου κελτικού τελετουργικού.

Η δεύτερη συνεχεία του slasher προσπάθησε να ξεφύγει από το story του Τζον Κάρπεντερ με τον ψυχοπαθή δολοφόνο. Ας μην ξεχνάμε, ότι στο τέλος της δεύτερης ταινίας ο Μάγιερς πέθαινε μαζί με τον Δρ. Λούμις. Επειδή όμως -όπως γίνεται συνήθως- το όνομα Halloween έλκυε θεατές και οι παραγωγοί ποτέ δε λένε όχι στα δολάρια, απλά έδωσαν αυτόν τον τίτλο σε μια “φάλτσα” ιστορία από την αρχική, δημιουργώντας άλλο ένα sequel που στην πραγματικότητα δεν είναι sequel, εξαπατώντας τους θεατές. Έτσι, το φιλμ έμεινε στην ιστορία ως η μοναδική ταινία Halloween, στην οποία δεν υφίσταται ο χαρακτήρας του Μάγιερς.

Μετά την εμπορική αποτυχία της προηγούμενης ταινίας, οι παραγωγοί αντιλαμβάνονται ότι Halloween χωρίς Μάικλ Μάγιερς είναι σα γλυκό δίχως ζάχαρη. Έτσι, το 1988 παρουσιάζουν την ταινία «Halloween 4 – The Return of Michael Myers» (Halloween 4: Η Επιστροφή του Μάικλ Μάγιερς). Εδώ, για πρώτη φορά, απών είναι ο Τζον Κάρπεντερ μετά από διαφωνία με τους παραγωγούς. Ο ίδιος ήθελε να δοθεί περισσότερη εμβάθυνση στο ψυχολογικό μέρος των κινήτρων του serial killer και ποια ήταν η επίδραση των γεγονότων των δύο πρώτων ταινιών στους πολίτες της, αλλά οι παραγωγοί επέμεναν στη slasher εκδοχή της αρχικής. Επίσης, επιθυμία του ήταν να δημιουργηθούν μελλοντικά ανεξάρτητες, αυτοτελείς ιστορίες τρόμου και φανταστικού σε κάθε μέρος, με συνδετικό κρίκο τη γιορτή του Halloween. Τη σκηνοθεσία εδώ ανέλαβε ο Ντουάιτ Λιτλ, το σενάριο έγραψε ο Άλαν ΜακΕλρόι (το έγραψε σε 11 μόνο ημέρες) και πρωταγωνιστούν οι Ντανιέλ Χάρις (ως Τζέιμι Λόιντ), Ντόναλντ Πλέζανς (ως Σάμιουελ Λούμις), Τζορτζ Π. Γουίλμπουρ (ως Μάικλ Μάγιερς), Έλλη Κόρνελ και Κάθλιν Κίνμοντ.

30 Οκτωβρίου 1988. Ο Μάικλ βρίσκεται σε κώμα για δέκα χρόνια. Καθώς μεταφέρεται στην ψυχιατρική κλινική Ρίτσμοντ, επανέρχεται στο άκουσμα ότι η Λόρι έχει μια 7χρονη κόρη (άρα ανιψιά του). Αφού σκοτώνει όλους στο ασθενοφόρο, δραπετεύει. Η ανιψιά του, Τζέιμι, έχει συνεχώς εφιάλτες με τον Μάικλ, χωρίς να τον γνωρίζει. Τη νύχτα του Halloween, η Τζέιμι διαλέγει να ντυθεί με τη στολή και τη μάσκα που φορούσε ο Μάικλ στο αυθεντικό Halloween, όταν σκότωσε τους δικούς του. Ο ψυχοπαθής δολοφόνος θείος της την ακολουθεί, ενώ ο Δρ. Λούμις και ο σερίφης τον αναζητούν σε όλο το Χάντονφιλντ.

Η τέταρτη ταινία της σειράς επαναφέρει στο κοινό αρκετά κοινά στοιχεία, αλλά ο ρυθμός είναι αργός στοχεύοντας να προκαλέσουν αγωνία στους θεατές. Οι φόνοι είναι ελάχιστοι και οι περισσότεροι λαμβάνουν χώρα εκτός κάδρου. Όσοι λαμβάνουν εντός είναι αρκετά soft. Η παραγωγή ήταν αρκετά χαμηλού προϋπολογισμού, γι’ αυτό απουσιάζουν εντυπωσιακές σκηνές και τα ειδικά εφέ είναι εμφανώς “ταπεινά”.

Το «Halloween 5 – The Revenge of Michael Myers» (Η Νύχτα με τις Μάσκες 5) βγήκε στις αμερικάνικες οθόνες το 1989. Ως πιστή συνέχεια της προηγούμενης, βρισκόμαστε ακριβώς ένα χρόνο μετά τα γεγονότα του «Halloween 4». Το πέμπτο μέρος ξεκινά γεφυρώνοντας την προηγούμενη ταινία και εξηγώντας πως γλίτωσε, για άλλη μια φορά, ο απέθαντος δολοφόνος. Ο Μάικλ επιστρέφει στις 31 Οκτωβρίου με σκοπό να εκδικηθεί. Ο δρόμος του τον φέρνει στην παιδοψυχιατρική κλινική, όπου νοσηλεύεται η 8χρονη ανιψιά του, Τζέιμι, από τον Δρ. Λούμις, η οποία έχει αφωνία, εφιάλτες και τηλεπαθητική σύνδεση με τον δολοφονικό θείο της. Εκείνος, ξετυλίγει προσεχτικά το σχέδιο του για να την παρασύρει μακριά από την κλινική και καταλήγουν σε μια τελική αναμέτρηση στο σπίτι των Μάγιερς, εκεί από όπου ξεκίνησαν όλα!

Σκηνοθέτης αυτή τη φορά είναι ο Ντόμινικ Ζιράρντ που συνυπογράφει και το σενάριο με τον Μίχαελ Τζάκομπς και πρωταγωνιστούν ο Ντόναλντ Πλέζανς στον καθιερωμένο ρόλο του Δρ. Σαμ Λούμις, η Ντανιέλ Χάρις που επαναλαμβάνει το ρόλο της ως Τζέιμι Λόιντ, η Έλλη Κόρνελ, ενώ το ρόλο του Μάικλ Μάγιερς υποδύεται ο Ντον Σανκς. Οι ερμηνείες είναι μέτριες, εκτός του Πλέζανς, αλλά ποιος νοιάζεται; Το κοινό ξεδιψά με την αιωρούμενη αγωνία, την ατμόσφαιρα και τις χαρακτηριστικές σκηνές του δολοφόνου που παραμονεύει εν αγνοία του θύματος. Από τους τίτλους της ταινίας, κατά την προβολή της στις αίθουσες, απουσίαζε ο υπότιτλος «The Revenge of Michael Myers» που χρησιμοποιήθηκε σε όλα τα εμπορικά, διαφημιστικά υλικά και τα τηλεοπτικά σποτ και υπήρχε μόνο το «Halloween 5». Πολλοί διέκριναν έντονη ομοιότητα με το άλλο franchise, το «Friday Τhe 13th». Όχι άδικα, αφού ένας από τους φόνους που πραγματοποιεί ο Μάγιερς είναι πανομοιότυπος του αντίστοιχου με πρωταγωνιστή τον Jason Vorhees.

Καινοτόμο στοιχείο αποτελεί η αινιγματική παρουσία ενός μυστηριώδη άντρα, ντυμένο στα μαύρα. Οι παραγωγοί και οι σεναριογράφοι, ποτέ δεν ξεκαθάρισαν την ακριβή ταυτότητα του “Άντρα με τα Μαύρα”, παρατσούκλι που του δόθηκε από τον τραγουδιστή Johnny Cash. Επίσης, είναι η μοναδική ταινία της σειράς που βλέπουμε το πρόσωπο του δολοφόνου κάτω από τη μάσκα και αυτό όχι για πολύ, αλλά για δέκατα του δευτερολέπτου. Οπουδήποτε αλλού, εκτός της Βόρειας Αμερικής, η ταινία βγήκε κατευθείαν σε βίντεο.

Στο επόμενο sequel «Halloween: The Curse of Michael Myers» (Η Κατάρα) του 1995, ο Μάικλ Μάγιερς επιστρέφει με σκοπό να εξοντώσει την τελευταία εξ αίματος συγγενή του. Ο “Άντρας με τα Μαύρα” από το προηγούμενο μέρος στέλνεται από μια ομάδα αιρετικών που πιστεύει στη Λατρεία του Thorn, να απελευθερώσει από τη φυλακή τον Μάικλ και να απαγάγει την Τζέιμι Λόιντ. Η ομάδα αυτή κρατά και τους δυο αιχμάλωτους και ρυθμίζει τα πράγματα έτσι, ώστε η Τζέιμι να μείνει έγκυος από τον θύτη της. Έξι χρόνια μετά την τελευταία σφαγή του στο Χάντονφιλντ, παραμονή του Halloween, γεννιέται το παιδί της Τζέιμι και η ίδια καταφέρνει να δραπετεύσει. Ο Μάικλ συμμαχεί με τους αιρετικούς που τον προστατεύουν και αποκαλύπτεται ότι τον μάγεψαν με την Κατάρα του Thorn, εξ αιτίας της οποίας οδηγήθηκε να ξεκληρίσει όλη την οικογένειά του. Η Τζέιμι επιστρέφει στο Χάντονφιλντ και ζητά τη βοήθεια του Δρ. Λούμις, αλλά και του μικρού αγοριού που ντάντευε η Λόρι τη νύχτα των πρώτων φόνων (;;;), Τόμι Ντόιλ, για να σταματήσουν τον Μάικλ, να σπάσουν την κατάρα, να νικήσουν τη Λατρεία του Thorn και να τερματίσουν τις δολοφονικές εξάρσεις του ψυχοπαθή δολοφόνου δια παντός. Σκηνοθέτης αναλαμβάνει ο Τζο Τσάπελ και πρωταγωνιστούν οι Πολ Ραντ, Ντόναλντ Πλέζανς, Τζορτζ Π. Γουίλμπουρ, Μαριάνε Χάγκαν και Μίτσελ Ράιαν.

Ο Πλέζανς συμμετείχε για τελευταία φορά, αφού πέθανε λίγο μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Οι περισσότεροι συντελεστές του cast και του πληρώματος απέρριψαν αυτή την ταινία. Στο DVD «Halloween: 25 Years of Terror» του 2006, δήλωσαν ότι το στούντιο, οι παραγωγοί και ο σκηνοθέτης συγκρούονταν και διαφωνούσαν σε σημείο γελοιοποίησης, με αποτέλεσμα μια πολύ κακή ταινία ως σκηνοθεσία και μοντάζ. Ο σεναριογράφος Ντάνιελ Φάραντς δήλωσε ότι η αρχική πρόθεσή του ήταν να γεφυρώσει τις ταινίες 4 και 5 στη σειρά, με τις προηγούμενες ταινίες 1 και 2, ενώ παράλληλα έβαλε την ιστορία σε νέα εδάφη, έτσι ώστε η σειρά να επεκταθεί μελλοντικά.

Αρχικά, ο τίτλος ήταν «Halloween 666: The Curse Of Michael Myers», μετά άλλαξε σε «Hall6ween» ή «Halloween 6» και τελικά καθιερώθηκε ως «Halloween: The Curse of Michael Myers». Στην εκδοχή του Producer’s Cut δηλώνεται με σαφήνεια ότι το παιδί της Τζέιμι είναι του Μάγιερς, οι σκηνές θανάτου δεν έχουν περικοπές, ενώ το φινάλε είναι αρκετά διαφορετικό και πιο σαφές από εκείνο που επελέγη στην εκδοχή των παραγωγών.

Διαβάστε   Έλλη Λαμπέτη: Η θυελλώδης ζωή της θρυλικής ηθοποιού

Όπως αναγράφεται και στον τίτλο της επόμενης συνέχειας «Halloween H20 – Twenty Years Later» (Halloween H20: Είκοσι Χρόνια Μετά), το 1998 συμπληρώθηκαν ακριβώς 20 χρόνια από την προβολή της αρχικής ταινίας. Λογικό για τους παραγωγούς να επιδιώξουν να δώσουν το φιλί της ζωής στο εκπνεόμενο franchise που θαλασσοέδερνε ξεφτισμένο ανάμεσα σε κέλτικα cults και σε έναν Μάγιερς άοκνο, ακούραστο και άτρωτο να παίρνει στο κατόπιν την τρίτη γενιά των Στρόουντ. Παράλογος, όμως, ο τρόπος που επέλεξαν να κάνουν τη δημιουργική ανανέωση. Γιατί, αποφάσισαν να επαναφέρουν την Τζέιμι Λι Κέρτις ως Λόρι, παρότι είχε σκοτωθεί στο 2ο μέρος. Αλλά, άμα θέλει ο σκηνοθέτης και ο παραγωγός, τύφλα νάχει το κοινό (όπως θα μπορούσε να διασκευαστεί μια γνώριμη παροιμία). Με τον πιασιάρικο συμβολισμό “H20” στον τίτλο έβαλαν μπρος τις μηχανές για νέα πελάγη.

Η σκηνοθεσία ανατίθεται στον Στιβ Μάινερ και πρωταγωνιστούν οι Τζέιμι Λι Κέρτις (ως Λόρι Στρόουντ), Τζος Χάρτνετ (ως Τζον Τέιτ, γιος) και Κρις Ντουράν (ως Μάικλ Μάγιερς). Η Λόρι Στρόουντ είναι πλέον διευθύντρια σε ένα ιδιωτικό σχολείο, στο οποίο φοιτά και ο 17χρονος γιος της. Για να δικαιολογηθεί η απουσία της στις προηγούμενες ταινίες, υποτίθεται -στο κενό αυτών των ετών- ότι προσπαθούσε να μεγαλώσει το παιδί της μακριά από την απειλή του ψυχοπαθή αδελφού της. Εννοείται δε, ότι με τον τρόπο αυτό διαγράφονται μονοκονδυλιά όλα τα προηγούμενα που συνέβησαν στις προηγούμενες ιστορίες και στα οποία γίναμε μάρτυρες, όπως κόρες, εγγονές, αρχαίοι Κέλτες κλπ και ξαναγράφεται η τραγική ιστορία της Λόρι και του Μάικλ, ακριβώς από το σημείο που είχε σταματήσει στη δεύτερη συνέχεια, με ένα διάλειμμα πολλών χρόνων. Είκοσι χρόνια λοιπόν μετά την τραγική επέτειο η Λόρι αρχίζει να βλέπει εφιάλτες με τον σατανικό αδερφό της Μάικλ Μάγιερς, ο οποίος κάποια στιγμή εμφανίζεται στη γιορτή του σχολείου που γίνεται (φυσικά) με αφορμή το Halloween.

Αφορμή για τη δημιουργία της ήταν η πρόταση της Κέρτις για μια επετειακή ταινία με ευκαιρία τα 20 χρόνια από το πρώτο Halloween. H πρόταση ήθελε να συμμετείχε και ο δημιουργός της σειράς, Τζον Κάρπεντερ, αλλά εκείνος ήταν ανένδοτος. Όπως γίνεται εμφανές, το άρωμα “επιστροφή στις ρίζες” στο «Η20» είναι έντονο. Από την άλλη, όμως, έντονη είναι και η οσμή της αρπαχτής. Η αυθεντική Λόρι μπορεί να επιστρέφει, αλλά γίνεται Δρ. Λούμις χωρίς Πλέζανς; Στην ουσία, δεν έχουμε κάτι το ιδιαίτερο, παρά μια άνευρη, επαναλαμβανόμενα στερεότυπη ταινία τρόμου, με λιτή σκηνοθεσία, ενδιαφέρουσα φωτογραφία, με εξαιρετικά βραχύβια διάρκεια (η πιο σύντομη ταινία της σειράς, μόλις 80 λεπτών) και ένα αμφιλεγόμενο φινάλε που αποτέλεσε το μήλον της έριδος ανάμεσα στους παραγωγούς. Γιατί, ο Μουσταφά Ακάντ ήθελε να αφήσει περιθώριο στον Μάγιερς να ζήσει, ώστε να αποφύγει τις προηγούμενες σεναριακές ανοησίες και να μπορεί μελλοντικά να γυρίσει και άλλες ταινίες «Halloween», αλλά ο Μπομπ Ουαϊνστάιν ήθελε απλά μια επετειακή ταινία που θα έκλεινε την ιστορία άπαξ δια παντός. Επειδή όμως το χρήμα είναι η σωτήρια γέφυρα ανάμεσα και στις πιο σκληρές αντιπαραθέσεις, κατέληξαν σε μια μέση λύση, με ένα φινάλε που μοιάζει μεν τελικό, αλλά αφήνει ενδεχόμενο και για άλλο sequel.

Τέσσερα χρόνια μετά, το 2002, έρχεται ίσως το χειρότερο μέρος της σειράς. «Halloween Resurrection» (Ο Δαίμονας). Σκηνοθέτης είναι ο Ρικ Ρόζενταλ (του προ 21 ετών «Halloween II»), ενώ πρωταγωνιστούν πάλι η Τζέιμι Λι Κέρτις (ως Λόρι Στρόουντ), ο Μπάστα Ράιμς (ως Φρέντι Χάρις), ο Μπραντ Λόρι (ως Μάικλ Μάγιερς) και η Τάιρα Μπανκς (ως Νόρα Ουίνστον). Αφού από τα πρώτα λεπτά της ταινίας ο Μάγιερς σκοτώνει (;) για άλλη μια φορά την αδερφή του Λόρι, επιστρέφουμε στο σπίτι του δολοφόνου, εκεί από όπου άρχισαν όλα, με το συνεργείο της reality διαδικτυακής εκπομπής “Danger Tainment”. Έξι έφηβοι που κέρδισαν σε διαγωνισμό, πρέπει να περάσουν ένα βράδυ στο σπίτι του Μάικλ Μάγιερς, καθώς οι κάμερες θα μεταδίδουν ζωντανά τη βραδιά μέσω ίντερνετ. Υποτίθεται ότι σκοπός είναι να εξερευνηθούν τα μυστικά που κρύβονται πίσω από την μετατροπή ενός παιδιού σε έναν ψυχοπαθή δολοφόνο, τον πιο διάσημο της Αμερικής. Αλλά, τα πράγματα δεν είναι τόσο διασκεδαστικά όσο νόμιζαν, αφού ο Μάικλ επιστρέφει στο σπίτι και οι έφηβοι πρέπει να βρουν τρόπο να βγουν από εκεί μέσα ζωντανοί.

Αυτή η ταινία έχει μοναδικό γνώμονα το κέρδος, είναι εκτός ύφους και συνέχειας με όλο το υπόλοιπο franchise, ενώ πασπαλίζεται ψευτοφιλοσοφικά η σεναριακή επικάλυψη περί κατακεραύνωσης των Μ.Μ.Ε. και της showbiz γενικότερα! Η φτωχικότητα στο κατ’ επίφαση σενάριο επεκτείνεται στις τραγικές ερμηνείες, στη ρακένδυτη παραγωγή, στα άθλια σκηνικά, στην κάκιστη σκηνοθεσία και στην ανύπαρκτη φωτογραφία. Η Λόρι εμφανίζεται ελάχιστα στην αρχή της ταινίας (ίσως για να σιγουρέψει το οριστικό της διαζύγιο με αυτό το franchise), αλλά δεν υπολόγιζε στη νεκρανάστασή του από τον Ρομπ Ζόμπι.

Και φτάνουμε στο Σωτήριον Έτος 2007, όπου οι παραγωγοί αποφασίζουν να αλλάξουν ρότα και αναθέτουν το σκηνοθετικό τιμόνι στον μουσικό και κινηματογραφιστή Ρομπ Ζόμπι. Τους ρόλους καλούνται να υποστηρίξουν οι Σκάουτ Τέιλορ Κόμπτον (ως Λόρι Στρόουντ), Ντέιγκ Φάρτς (ως νεαρός Μάικλ Μάγιερς), Τάιλερ Μέιν (ως ενήλικας Μάικλ Μάγιερς), Μάλκολμ Μακντάουελ (ως Σάμιουελ Λούμις), Ντανιέλ Χάρις (ως Άνι Μπράκετ) και Σέρι Μουν Ζόμπι (ως Ντέμπορα Μάγιερς, μητέρα του Μάικλ), με τίτλο της ταινίας «Halloween» (Halloween: Η Νύχτα με τις Μάσκες).

Ο Ζόμπι γυρνά το χρόνο πίσω προκειμένου να μας αποκαλύψει πως δημιουργήθηκε το διαταραγμένο ψυχολογικά παιδί, ο Μάικλ Μάγιερς. Από 10 χρονών ακόμη μαθαίνουμε ότι αρέσκεται στα νεκρά ζωάκια, η μητέρα του -για να βγάλει τον επιούσιο- εργάζεται ως striper, ενώ ο σύντροφός της τον αντιπαθεί. Αποξενωμένος και ψυχολογικά ασταθής, τη νύχτα του Halloween φοράει τη μάσκα του κλόουν, παίρνει ένα κουζινομάχαιρο και δολοφονεί το σύντροφο της μητέρας του, της αδερφής του και τη μεγάλη του αδερφή, αφήνοντας ζωντανή μόνο τη νεογέννητη αδερφούλα του, Λόρι. Μετά από αυτήν την αποτρόπαια πράξη κλείνεται σε ένα ψυχολογικό ίδρυμα υπό την επίβλεψη του γιατρού Σαμ Λούμις, όπου ζει για 17 χρόνια φτιάχνοντας μάσκες. Κάποια μέρα, εντελώς συμπτωματικά πάλι τη νύχτα του Halloween, ο μασκαρεμένος ψυχοπαθής, ενήλικας πλέον, αλλά και πολύ επικίνδυνος, σκοτώνει όλους τους φύλακες μέσα στο ίδρυμα και δραπετεύει, με σκοπό να βρει τη μικρή του αδερφή Λόρι. Τον καταδιώκει ο γιατρός του, Δρ. Λούμις, το μοναδικό άτομο που μπορεί να τον σταματήσει. Έτσι, ο τρόμος επιστρέφει ξανά στο Χάντονφιλντ.

Στο remake της ταινίας του Κάρπεντερ, ο κανιβαλικός Ζόμπι αναδημιουργεί το μύθο. Για πρώτη φορά ακούμε να μιλάει ο Μάγιερς (σε παιδική ηλικία), ενώ μαθαίνουμε πως προέκυψε η μάσκα που φοράει, αλλά και ο λόγος που τη φοράει. Ο Ζόμπι φέρνει φρέσκο αέρα στην ατμόσφαιρα και στη σκηνοθεσία της ταινίας. Το αίμα ρέει άφθονο, όπως και η βία και ο 2,07 μέτρων Μέιν μοιάζει πιο ευάλωτος από τον μέχρι πρότινος Μάγιερ. Τεχνικά, η φωτογραφία είναι πολύ καλή και η σκηνοθετική οπτική αποδίδει φόρο τιμής στο πρωτότυπο. Πλην όμως είναι μια αμπελοφιλοσοφία!

Δυο χρόνια αργότερα, το 2009, ακολουθεί το «Halloween II» (Halloween II: Η Νύχτα με τις Μάσκες). Στην ουσία πρόκειται για sequel της προηγούμενης ταινίας του Ζόμπι, παρά για sequel του franchise. Όμως, στην πρώτη σκηνή υπάρχει αναφορά στο αυθεντικό και τελευταίο μέρος με το οποίο ασχολήθηκε ο Κάρπεντερ. Στη σκηνοθεσία συνεχίζεται η παρουσία του Ρομπ Ζόμπι, όπως και στους πρωταγωνιστικούς ρόλους οι Σκάουτ Τέιλορ Κόμπτον (ως Λόρι Στρόουντ), Τάιλερ Μέιν (ως Μάικλ Μάγιερς), Μάλκολμ Μακντάουελ (ως Σάμιουελ Λούμις), Σέρι Μουν Ζόμπι (ως Ντέμπορα Μάγιερς, μητέρα του Μάικλ) και Ντανιέλ Χάρις (ως Άνι Μπράκετ).

Δυο χρόνια μετά τη σφαγή του πρώτου έργου, ο ψυχισμός της Λόρι είναι κατεστραμμένος και καθημερινά προσπαθεί με κόπο να διατηρήσει τα λογικά της. Ο Δρ. Λούμις κερδοσκοπεί από τον πόνο των θυμάτων, ενώ ο Μάικλ θεωρείται νεκρός, παρόλο που δε βρέθηκε ποτέ το πτώμα του. Φυσικά, ο διαβόητος δολοφόνος με τη μάσκα δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του λέξη. Είναι ζωντανός και επιστρέφει στην παλιά του γειτονιά, το Χάντονφιλντ, για να ξαναβρεί την αδερφή του, Λόρι. Όπως σε όλες τις ταινίες της σειράς, η υπόθεση εκτυλίσσεται τη μέρα εορτής του Halloween. Και φυσικά, όπως σε όλες τις ταινίες της σειράς, κατά την πορεία του Μάγιερς στο Χάντονφιλντ σπέρνει τον τρόμο. Το story παραδόξως εξυμνεί την αξία της οικογένειας και της αγάπης, μέσω του τραυματισμένου ψυχικά χαρακτήρα της μικρής αδερφής.

Διαβάστε   The Disaster Artist: ουδέν κακόν αμιγές καλού!..

Η ταινία αυτή δίχασε το κοινό. Οι fun του Ζόμπι ήταν ενθουσιασμένοι και είδαν ένα αισθητικά άρτιο προϊόν. Η άλλη πλευρά όμως έχει αντίθετη γνώμη. Οι fun θεωρούν ότι σε αυτό το sequel ο Ζόμπι ξέκοψε τον ομφάλιο λώρο με την αρχική ταινία του Κάρπεντερ. Ακόμα κι η γνώριμη μουσική του δημιουργού της σειράς ακούγεται μονάχα στα générique. Θεωρούν θετική την αρρωστημένη ψυχοδιαστροφική προσέγγιση του Μάικλ και της Λόρι μέσα από τα κοινά διαταραγμένα οράματα, κάνοντας τους δύο χαρακτήρες κατά κάποιο τρόπο να συμπάσχουν ψυχολογικά και να αναζητούν και οι δυο διαφυγή από το αδιέξοδό τους. Ότι, ο σκηνοθέτης δεν κάνει ένα ανόητο νεανικό splatter**, αλλά προσφέρει γοτθικό κλίμα στην ατμόσφαιρα, νευρικό μοντάζ, τσιτωμένη σκηνοθεσία, λερωμένη φωτογραφία και εξαίρετη μουσική. Τέλος, εξυμνούν το ότι ο σκηνοθέτης δεν ενέδωσε σε άλλη συνέχεια. Το ερώτημα όμως είναι: θα μπορούσε;

Οι επικριτές βρήκαν ότι ο Ζόμπι κρατά τα αρνητικά σκηνοθετικά του στερεότυπα, όπως ανόητους διαλόγους, παράλογες αντιδράσεις των χαρακτήρων και βάλλει κατά ριπάς τη λέξη “fuck” με κάθε παράγωγό του. Θεωρούν αρνητικό τον υποβιβασμό του Μακντάουελ ως προς το ρόλο του, βαρετή την ψυχολογική οπτική προς τον Μάγιερς, αδύναμο το ρυθμό της ταινίας και ασυγχώρητο το ότι έδωσε στη γυναίκα του ένα ρόλο δίχως νόημα. Ότι απουσιάζει το χιούμορ, η πλοκή είναι υπερβολικά προβλέψιμη, οι χαρακτήρες που κινούνται γύρω από τον Μάικλ είναι ισχνοί και επίπεδοι, το θέαμα φτωχικό και τα ελάχιστα εφέ δεν εντυπωσιάζουν. Ότι η οξύμωρη εικόνα ενός θεόρατου άντρα, με νοημοσύνη μωρού που “όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει” ευτελίζει τη σειρά. Ότι επικρατεί μια ατελείωτη ανακολουθία σκηνών δίχως κάποιο συγκεκριμένο λόγο (με κυριότερη εκείνες οι οποίες παρεμβάλλονται με τη μητέρα του και ένα μυστήριο άσπρο άλογο, όπου η μητέρα μπουρδολογεί), δίνοντας την εντύπωση ενός “τρομοπαραμυθιού” που τελικά απωθεί με την υπέρμετρη, άσκοπη και παρανοϊκή βία και την αδικαιολόγητη στοιχειώδη ψυχολογική αιτιολόγηση.

Και φθάνουμε αίσια στο 2018, 40 χρόνια μετά που ξεκίνησαν όλα. Όπου υποτίθεται κλείνει ο κύκλος αυτού του franchise. Ή μήπως όχι; Αν κρίνουμε από την εμπορική επιτυχία στο box office, μάλλον ανοίγει ένας νέος. Είμαι σίγουρος, αν ζούμε, ότι θα έχουμε επετειακή εορταστική version για τη συμπλήρωση των 50 χρόνων. Σκηνοθέτης τώρα αναλαμβάνει ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι δίνονται στους Τζέιμι Λι Κέρτις (πάλι ως Λόρι Στρόουντ), Νικ Καστλ (πάλι ως Μάικλ Μάγιερς), Τζούντι Γκριρ (ως Κάρεν Στρόουντ, κόρη της Λόρι), Άντι Μάτιτσακ (εγγονή της Λόρι), Ουίλ Πάτον και τιτλοφορείται με το αβανταδόρικο «Halloween» (Η Νύχτα με τις Μάσκες).

Ξεχάστε ότι διαβάσατε μέχρι εδώ. Γιατί, το timeline αυτής της ταινίας είναι παντελώς ασύγχρονο με όλες τις προηγούμενες. Το story συνεχίζει από την αρχική ταινία του 1978 και μας πληροφορεί πως ο Μάγερς είναι ζωντανός. Αυτά τα 40 χρόνια που πέρασαν είναι έγκλειστος στην ψυχιατρική κλινική υψίστης ασφαλείας Σμιθς Γκρόουβ. Αμίλητος, αδρανής σε οποιοδήποτε ερέθισμα είτε από το παρόν είτε από το ένδοξο παρελθόν του, ζει παραμονεύοντας για τη στιγμή που θα κάνουν οι δεσμοφύλακές του το μοιραίο λάθος και θα αποδράσει σκορπίζοντας -πάλι- τον τρόμο. Έγκλειστη επίσης είναι και η Λόρι Στρόουντ. Μετέτρεψε το σπίτι της σε καλά φυλασσόμενο φρούριο, παρακολουθεί κάθε του κίνηση γνωρίζοντας και περιμένοντας τη μέρα που ο Μάικλ θα δραπετεύσει και αδημονεί για τη στιγμή που θα βρεθεί αντιμέτωπή του. Φυσικά, ανήμερα του Halloween ο Μάγιερς δραπετεύει και επιστρέφει στο Χάντονφιλντ για την τελική (λέμε τώρα) αναμέτρησή τους. Φυσικά, ένα ατελείωτο λουτρό αίματος χύνεται ως χείμαρρος με τυχαία πάντα θύματα προς τέρψιν των θεατών.

Η ιδέα επανένωσης των δύο ηθοποιών που ενσάρκωσαν τους Μάγιερς και Στρόουντ στο νέο Halloweenικό σύμπαν επιχειρεί να δώσει έναν αέρα ανανέωσης στο εγχείρημα. Όπως και η επιστροφή του 74χρονου πια Κάρπεντερ ως εκτελεστικός παραγωγός και συνθέτης. Όπως και η μεταμόρφωση της Λόρι από αθώα ανέμελη έφηβη σε 60χρονη υπερπροστατευτική “γιαγιά”. Ή το ότι η Λόρι πλέον δεν παρουσιάζεται ως αδερφή του Μάικλ. Αρκούν όμως μόνο αυτά;

Οι ιδέες μοιάζουν περισσότερο με σεναριακές ευκολίες, το ύφος ισορροπεί μεταξύ της κλασικής σκοτεινής ατμόσφαιρας και της σύγχρονης επιθυμίας για ωμή βία, απευθυνόμενη κατά κύριο λόγο σε νεανικό target group, ενώ δειλιάζει να πειραματιστεί αισθητικά ή αφηγηματικά, παραμένοντας στις κλισέ επιλογές του 1978. Ο βραδυκίνητος φονιάς με το κουζινομάχαιρο απλά είναι πλασμένος με το αρχέγονο κακό, δεν υπάρχει πλέον η λογική της συγγένειας ως κίνητρο για το κακό, ούτε εξήγηση για το πως ανατρέπεται το ασθενοφόρο, ούτε για το πως εξοντώνονται οι βαριά οπλισμένοι συνοδοί του (τι ψάχνω τώρα και εγώ;), το κίνητρο του γιατρού Ρανμπίν Σαρτέν (μαθητής του Δρ. Λούμις) στο φόνο που διαπράττει είναι κούφιο και άστοχο, το Χάντονφιλντ, παρότι βραδιά Halloween, όταν ξεκινούν οι φόνοι οι δρόμοι του είναι έρημοι, ώστε κανείς να μη βοηθά τα θύματα, ενώ οι περισσότεροι φόνοι που εικονίζονται είναι εντελώς αψυχολόγητοι.

Η «Νύχτα με τις Μάσκες» του 1978 άφησε ένα μοναδικό αποτύπωμα στο κινηματογραφικό σώμα. Δημιούργησε ένα θρύλο στο είδος του τρόμου και καθιέρωσε μια από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες δολοφόνων. Ο άτρωτος, παρανοϊκός, κινηματογραφικός μπαμπούλας Μάικλ Μάγιερς, με το κουζινομάχαιρο στο χέρι, ποτέ δε μιλούσε, σκότωνε ανεξαρτήτως φύλλου, δε χρειαζόταν κάποια αφορμή ή βαθύτερα κίνητρα για να το κάνει, ενώ μοναδικό κριτήριο ήταν απλά η προσωπική ικανοποίησή του. Ενσαρκώνοντας το Κακό, έσπειρε απλόχερα ανασφάλεια και φόβο παραβιάζοντας πολύ συχνά την ασφάλεια των σπιτιών των θυμάτων του στο φιλήσυχο επαρχιακό Χάντονφιλντ.

Αν επιχειρούσαμε να ξετυλίξουμε ψυχολογικά τη διεστραμμένη συμπεριφορά του προσπαθώντας να αποδώσουμε κάποια λογική ή επιστημονική επεξήγηση στις πράξεις του, θα μπορούσαμε να εστιάσουμε στη σκηνή του σεξ της αρχέτυπης ταινίας, όπου η μεγαλύτερη αδερφή του χαϊδεύεται σεξουαλικά με τον φίλο της στο κρεβάτι των γονιών τους. Η εικόνα αυτή παραμορφώθηκε στον αθώο ψυχισμό του εξάχρονου Μάικλ, τον εισήγαγε ωμά και ορμητικά στον “αμαρτωλό” κόσμο των ενηλίκων, εξοστράκισε τη σεξουαλική αφύπνισή του και μετουσίωσε την ηδονή σε παρόρμηση θανάτου. Με τους αέναους φόνους προκαλούσε εκτόνωση της στρεβλωμένης σεξουαλικής του ενέργειας, έσβηνε την ακόρεστη δίψα των ζωωδών ορμέμφυτων που πλημμύριζαν τους νευρώνες του εγκεφάλου του, ενώ η αφωνία του παραπέμπει προφανώς στην αντικοινωνικότητά του και στην αδυναμία να εκφραστεί συναισθηματικά.

Πίσω από τη Μάσκα και τον ωμό τρόμο που σκορπά, κρύβεται η εκκόλαψη της φρίκης των προτύπων που προάγονται μέσω του καταναλωτισμού και της σύγχρονης βουλιμίας, της ισοπέδωσης ιδεών και επιθυμιών, της πνευματικής λοβοτομής. Η πρόθεση, δυστυχώς, υποσκελίζεται από το αποτέλεσμα, ιδιαίτερα από τα άχαρα, άνευρα και ανεγκέφαλα reboots ή sequel που ακολούθησαν, μετατρέποντας τη σειρά σε παρακμιακό franchise. Είτε Trick είτε Treat, η Μάσκα έπεσε και το θέαμα απαξιώνει ακόμη και το πιο ευτελές κέρασμα.

ΟΡΙΣΜΟΙ:

* slasher film = υποείδος ταινιών τρόμου, όπου συνήθως εμπλέκεται ένας βίαιος ψυχοπαθής, ο οποίος παραμονεύει, καταδιώκει και δολοφονεί πλήθος ανθρώπων, συνήθως με τη χρήση κοφτερών αντικειμένων (λεπίδες)

* *splatter film = υποείδος ταινιών τρόμου με αδύναμη πλοκή και αδύναμους χαρακτήρες, όπου συνήθως κυριαρχεί υπερβολική και ανώφελη αιματοχυσία. Ως πρώτη splatter ταινία  προσδιορίζεται η ταινία του Χέρσελ Γκόρντον Λιούις «Blood Feast» (Τελετή Αίματος, 1963) που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία στα drive-in.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟ:

* Ο Γιάννης Τοτονίδης από μικρός αρέσκονταν στις εκρήξεις. Για να γλιτώσουν οι γονείς του την ανατίναξη του σπιτιού τους, τον έπεισαν να σπουδάσει Χημικός (απόφοιτος του Α.Π.Θ.). Η “εκρηκτικότητα” του ψυχισμού του τον ώθησε να ασχοληθεί με την 7η Τέχνη. Έγινε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών (ΕΕΣ), μέλος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Σκηνοθετών (F.E.R.A.), μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Π.Ε.Κ.Κ.) και μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI). Πρόσφατα (σχετικά) έγινε και μέλος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Στο παρελθόν υπήρξε Μουσικός Παραγωγός και Επιμελητής Κινηματογραφικών Εκπομπών, καθώς επίσης και Τηλεοπτικός Παρουσιαστής Κινηματογραφικών Εκπομπών. Τελευταία πειραματίζεται με τη μαγειρική και προκαλεί μόνο γαστρονομικές εκρήξεις.