Destroyer: η Νικόλ Κίντμαν σ’ έναν από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας της…

Πριν από 16 χρόνια, η ντετέκτιβ του αστυνομικού τμήματος του Λος Άντζελες Έριν Μπελ πήγε σε μυστική αποστολή στην Καλιφόρνια με σκοπό να εισχωρήσει σε μια συμμορία με αρχηγό τον τρομακτικό Σίλας. Όταν μια από τις βίαιες ληστείες τους αποτυγχάνει, η κάλυψη της Έριν χάνεται και ο Σίλας διαφεύγει. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Σίλας επιστρέφει πιο δυνατός και πιο επικίνδυνος από ποτέ, έχοντας καταστρώσει το σχέδιο της μεγαλύτερης τραπεζικής ληστείας στην ιστορία των ληστειών. Αυτή τη φορά όμως η Έριν θα τον σταματήσει.

 

Η ιστορία μιας γυναίκας

Για αρκετά χρόνια ο σεναριογράφος και παραγωγός Φιλ Χέι μαζί με τον συν-σεναριογράφο του Ματ Μανφρέντι μάζευαν ιδέες για ένα σενάριο βασισμένο στην αμοιβαία αγάπη τους για τις περιπέτειες και το Λος Άντζελες. «Αυτό που ήθελα ήταν να γράψω μια μυθιστορηματική ταινία με έμφαση στον χαρακτήρα, μια αναφορά στις κλασικές ταινίες του ’70 όπως τα “Σέρπικο” και “Ο Άνθρωπος από τη Γαλλία”», εξηγεί ο Μανφρέντι. Κατέληξαν στον κεντρικό χαρακτήρα που ήθελαν να είναι ένας μοναχικός αστυνομικός γεμάτος επαγγελματικά και προσωπικά μυστικά. «Εξελίχθηκε σε μια ιστορία με πολλά χρονικά επίπεδα που εξελίσσεται στο παρόν και στο παρελθόν του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα. Μας πήρε πολύ χρόνο μέχρι να είναι σαφές και όχι μπερδεμένο», προσθέτει ο Χέι.

Με τη βοήθεια της καταξιωμένης Καρίν Κουσάμα (βραβευμένη στο φεστιβάλ Καννών και στο Sundance για το «Girlfight») που είχε ήδη συμφωνήσει να αναλάβει τη σκηνοθεσία της ταινίας, κατέληξαν ότι αυτή έπρεπε να είναι η ιστορία μιας γυναίκας. «Είναι η ιστορία μιας γυναίκας που συνειδητοποιεί πώς έχει ζήσει τη ζωή της μέχρι τώρα και προσπαθεί να βρει τρόπο να προχωρήσει. Αλλά είναι επίσης ένα θρίλερ για κάποια που όταν ήταν νέα μπλέχτηκε σε μια επικίνδυνη κατάσταση που δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει και έκτοτε ζει με τις συνέπειες. Τέλος, είναι το ανθρωποκυνηγητό που εξαπολύει η ίδια με όλη της τη μανία», κλείνει ο Χέι.

Η Κουσάμα εντυπωσιάστηκε όταν είδε ότι υπήρχε η σχέση μητέρας-κόρης στο σενάριο, κάτι που δεν συνηθίζεται στα αστυνομικά θρίλερ. «Είναι πολύ διαφορετικό για εμένα, πολύ φρέσκο. Είναι φοβερή η πολυπλοκότητα της Έριν που βρίσκεται στη μέση ενός ανθρωποκυνηγητού και ταυτόχρονα περνάει δύσκολα με την κόρη της, από την οποία έχει αποξενωθεί. Βλέπουμε ότι ενώ είναι ικανή στη δουλειά της, είναι ταυτόχρονα και ένα ράκος. Μπορεί πολλοί από εμάς να δούμε ένα κομμάτι μας στον γολγοθά της Έριν Μπελ», αναφέρει η Κουσάμα.

Διαβάστε   Aquaman

Στο ίδιο κλίμα και ο παραγωγός Φρεντ Μπέργκερ: «Διάβαζα το σενάριο και δεν μπορούσα να σταματήσω. Η γραφή, ο χειρισμός της γλώσσας, ο έλεγχος του ρυθμού είναι γεμάτα αυτοπεποίθηση και σε τραβάνε. Το σενάριο ήταν απόλυτα κινηματογραφικό».

 

Η Έριν Μπελ

Η αναζήτηση της ιδανικής Έριν Μπελ ολοκληρώθηκε σχεδόν πριν ξεκινήσει. «Δεν ψάχναμε μια γνωστή ηθοποιό για το πόστερ μας. Ψάχναμε για κάποια που θα μπορούσε να είναι αποκάλυψη στον ρόλο», υπογραμμίζει ο Μπέργκερ. Η αναζήτηση είχε μόλις αρχίσει όταν η βραβευμένη με Όσκαρ (για την ερμηνεία της στις «Ώρες») Νικόλ Κίντμαν ζήτησε να συναντηθεί με την Κουσάμα μετά την ανάγνωση του σεναρίου. «Παρακολουθούσα την πορεία της Κουσάμα και ήθελα πολύ να τη συναντήσω και να γνωρίσω το όραμά της. Όταν αυτό συνέβη, αισθάνθηκα το πάθος της. Απολαμβάνω να δουλεύω με ανθρώπους που είναι παθιασμένοι με τη δουλειά τους», σχολιάζει η Νικόλ Κίντμαν.

«Για εμένα ήταν απίστευτο ότι μια ηθοποιός του επιπέδου της Νικόλ θα ενδιαφερόταν για μια τέτοιου είδους ανεξάρτητη ταινία. Έδειξε θάρρος και περιέργεια», λέει η Κουσάμα. Σύμφωνα με τον Χέι, η Κίντμαν δεν ήθελε το κοινό να βλέπει την ίδια στην οθόνη αλλά την Έριν Μπελ. «Η Μπελ είναι φοβισμένη και κατεστραμμένη από τις επιλογές της. Το μονοπάτι της κατά τη διάρκεια της ταινίας είναι επώδυνο αλλά και λυτρωτικό. Τα επίπεδα του χαρακτήρα της, ο θυμός, η ντροπή, η αδυναμία της να εκφράσει τα συναισθήματά της είναι τόσο ισχυρά και ξεκάθαρα», αναφέρει η Κίντμαν. «Η Νικόλ έχει ένα μοναδικό ταλέντο. Μας έδινε διαφορετικό αποτέλεσμα σε κάθε λήψη αλλα με την ίδια ατάκα. Ήταν φοβερό να βλέπεις τη μεταμόρφωσή της, το περπάτημα, τη φωνή, το βλέμμα της. Μαζί με το ταλέντο της Καρίν στην σκηνοθεσία έχουμε ένα μοναδικά θηλυκό αποτέλεσμα στην ιστορία», δηλώνει ο Μανφρέντι.

Διαβάστε   Ο θάνατος του ιερού ελαφιού: αποδομώντας τον Γιώργο Λάνθιμο

Στον καθοριστικό ρόλο του Κρις, του συνεργάτη και εραστή της Μπελ, συναντάμε τον ταλαντούχο Σεμπάστιαν Σταν που μετρά χρόνια στον χώρο και έχει συμμετάσχει σε εντυπωσιακές παραγωγές όπως «Εκδικητές: Ο πόλεμος της αιωνιότητας», «Black Panther»  και «Η Διάσωση»», ενώ έχει ξεχωρίσει και σε ταινίες όπως το «Logan Lucky» του Στίβεν Σόντερμπεργκ και το οσκαρικό «Εγώ, η Τόνια».

Τον Σίλας, τον αρχηγό της συμμορίας και στόχο της Μπελ, ενσαρκώνει ο Τόμπι Κεμπέλ (Black Mirror, RocknRolla). «Ο Τόμπι είναι καλλιτέχνης. Έφερε πολλά στοιχεία στην ταινία. Είναι αστείος και γοητευτικός και ταυτόχρονα δυναμικός», λέει ο Χέι.

 

Η μεταμόρφωση

Για τον ρόλο της Μπελ, η Κίντμαν χρειάστηκε να μάθει να χειρίζεται τα όπλα και να συμπεριφέρεται σαν κάποια που είναι κυνηγός και θήραμα μαζί. «Σε κάποιους ρόλους πρέπει να ενσαρκώσεις ανθρώπους που είναι σε εντελώς διαφορετική ψυχική κατάσταση από τη δική σου και πρέπει να μπεις στη θέση τους. Δεν είναι μια ευχάριστη θέση αλλά είναι μια δέσμευση που επιλέγω για να είμαι πιστή στην καλλιτεχνική μου πορεία», αναφέρει η Κίντμαν.

Στην ταινία, η Νικόλ Κίντμαν είναι μεν αναγνωρίσιμη αλλά ριζικά μεταμορφωμένη. Το πρόσωπό της δείχνει την απόρριψη, τον πόνο και τη δυστυχία της Μπελ. Τα μάτια της είναι σχεδόν στοιχειωμένα. Για το αποτέλεσμα αυτό ευθύνεται ο βραβευμένος με Όσκαρ Μακιγιάζ για το «Μια Σειρά από Ατυχή Γεγονότα», Μπιλ Κόρσο.  «Όταν ο Μπιλ άρχισε να αποτυπώνει τη ζωή της Μπελ στο πρόσωπο και το σώμα μου, κατάλαβα σε τι βαθμό είναι πληγωμένη αυτή η γυναίκα. Ήθελα η εξωτερική εμφάνιση να είναι ίδιο με τον εσωτερικό κόσμο. Ήταν τρομακτικό αλλά ταυτόχρονα απελευθερωτικό», λέει η Κίντμαν.

Η Κουσάμα σχεδόν τρόμαξε όταν είδε για πρώτη φορά την Κίντμαν, καθώς υπήρχε μεγάλη αντίθεση ανάμεσα στην αληθινή εικόνα της και σε εκείνη μετά τη μεταμόρφωσή της. Στα φλασμπακ των νεανικών της χρόνων είναι φρέσκια και γεμάτη ενθουσιασμό, ενώ στα επόμενα χρόνια εμφανίζεται ταλαιπωρημένη, βυθισμένη στο αλκοόλ.

 

Το Λος Άντζελες

Όλα όσα βλέπουμε στην ταινία είναι φυσικοί χώροι και όχι σκηνικά. Αυτό βέβαια σήμαινε ότι έπρεπε να γίνονται όλα με γρήγορους ρυθμούς και να αλλάζουν συχνά τοποθεσίες μέσα στη μέρα. Η επιλογή του Λος Άντζελες έγινε γιατί είναι μια πόλη με μεγάλες αντιθέσεις και είναι εύκολα αναγνωρίσιμη. Ο Μπέργκερ θυμάται ότι στο Νότιο Λος Άντζελες έπρεπε να γνωριστούν με μέλη συμμοριών ώστε να καταλάβουν ότι είχαν ευγενικές προθέσεις. «Μας είχαν αφήσει μόνους μας και ήταν πολύ ευγενικοί. Θυμάμαι όμως μια φορά που αρχίσαμε να ακούμε πυροβολισμούς και καταφύγαμε όλοι σε τεθωρακισμένο αυτοκίνητο για να είμαστε ασφαλείς».

Αισθητικά πρόκειται για ένα «ηλιόλουστο νουάρ» όπως το χαρακτηρίζει η Κουσάμα. Για να πετύχει το αποτέλεσμα που ήθελε, έφτιαξε ένα look-book με εικόνες που της αρέσουν όπως φωτογραφίες, σκηνές από ταινίες ακόμα και φωτογραφίες απο τόπους εγκλημάτων. Από την ταινία απουσιάζουν τα ειδικά εφέ, όχι μόνο λόγω έλλειψης budget αλλά και επειδή για την Κουσάμα αυτά τα εφέ απομακρύνουν τον θεατή από τη συναισθηματική πλευρά μιας ταινίας.

Διαβάστε   Χωρίς διέξοδο

 

Μια ταινία με νοήματα

Το «Destroyer» θα ικανοποιήσει πολλές κατηγορίες θεατών. «Οι γυναίκες θα εκτιμήσουν ότι η Νικόλ καταφέρνει έναν ρόλο που έχουμε συνηθίσει να είναι αντρικός. Είναι ένας εμβληματικός ρόλος από μια εμβληματική ηθοποιό. Άντρες και γυναίκες θα εντυπωσιαστούν από τη δράση. Και φυσικά υπάρχει και η πιο ευαίσθητη πλευρά που είναι γεμάτη ανθρωπιά και συναίσθημα. Είναι μια ταινία που ξεπερνά τα όρια του είδους της», αναφέρει ο Μπέργκερ.

«Είναι μια ταινιία για την ανάληψη των ευθυνών της ζωής μας. Παρακολουθούμε το ταξίδι της Έριν προς την αυτογνωσία και καθώς συμβαίνει αυτό εμείς σκεφτόμαστε πώς πρέπει να φερόμαστε στον διπλανό μας ως άνθρωποι, ως πολίτες και ως έθνη. Βλέπουμε την ιδέα της υπευθυνότητας μέσα από έναν και μόνο χαρακτήρα που όμως η συμπεριφορά του έχει επηρεάσει τις ζωές άλλων και τα μικρά του βήματα προς την εξέλιξη. Ίσως αυτό να χρειάζεται τελικά η χαοτική και αβέβαιη πραγματικότητά μας, ένα άτομο να κάνει τη διαφορά», καταλήγει η Κουσάμα.

 

Destroyer

Σκηνοθεσία: Καρίν Κουσάμα

Ηθοποιοί: Νικόλ Κίντμαν, Τόμπι Κέμπελ, Τατιάνα Μασλάνι,  Σκοτ ΜακΝέρι,  Σεμπάστιαν Σταν

Διάρκεια: 121΄

Η ταινία θα προβάλλεται στους ελληνικούς κινηματογράφους από την Πέμπτη 3 Γενάρη 2019