Του Γιάννη Τοτονίδη*
Η ιστορία της ντομάτας ξεκινά γύρω στο 700 μ.Χ., όταν την καλλιεργούσαν οι Αζτέκοι και οι Ίνκας στις Άνδεις. Το 1520 ο Ισπανός Κονκισταδόρ που υπέταξε τους Αζτέκους, Ερνάν Κορτές, είδε τις ντομάτες σε μια υπαίθρια αγορά και μετέφερε σπόρους στην Ισπανία, οι οποίοι από εκεί κατέληξαν στη Νάπολη της νότιας Ιταλίας και σύντομα διαδόθηκαν στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα έγινε γνωστή το 1818 από τους Βαυαρούς μάγειρες που έφερε μαζί του ο Βασιλιάς Όθων. Από βοτανικής άποψης η ντομάτα είναι φρούτο. Ωστόσο, με βάση μια δικαστική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών το 1893 προκηρύχθηκε ως λαχανικό.
Ο Βίλχελμ Ρίχαρντ Βάγκνερ γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1813, όταν πλέον οι ντομάτες είχαν διαδοθεί στη Γερμανία. Ήταν πρωτοποριακός ρομαντικός συνθέτης, ποιητής και μουσικολόγος του 19ου αιώνα, ο οποίος μεταμόρφωσε την όπερα σε “μουσικό δράμα”: ένα ιδανικό μείγμα μουσικής, ποίησης, χορού και οπτικής απόλαυσης. Γι’ αυτόν η μουσική ήταν μία τέχνη ομιλούσα και δρώσα, ενώ σημαντική θέση στον επαναστατικό συνδυασμό μουσικής και δραματουργίας κατείχε η συστηματική χρήση του καθοδηγητικού μοτίβου ή αλλιώς “leit motiv”.
Δεν είναι γνωστό αν ο Βάγκνερ επέλεγε για τη διατροφή του ντομάτες. Εκείνο που έγινε πρόσφατα γνωστό είναι ότι τα “μουσικά δράματα” που συνέθεσε και τα καθοδηγητικά μοτίβα του πλημμύρισαν τα προηγούμενα καλοκαίρια τον αέρα του Θεσσαλικού κάμπου. Αν και λόγω της κρίσης η γεωργία στην Ελλάδα αργοπεθαίνει, εντούτοις ένα μικρό χωριό της Καρδίτσας, ο Ηλιάς του Δήμου Παλαμά, με πληθυσμό 33 κατοίκων, με τον νεότερο γύρω στα 60 χρόνια, αντιστέκεται σαν τους Γαλάτες των Ρενέ Γκοσινί και Αλμπέρ Ουντερζό. Εκεί, δύο νέοι αγρότες, ο 45χρονος Αλέξανδρος Γκουσιάρης μαζί με τον ξάδελφο και συνέταιρό του Χρήστο Τάκα, καλλιεργούν βιολογικά παλιούς σπόρους ντομάτας και πειραματίζονται διαπιστώνοντας ότι η μουσική του Βάγκνερ που παίζουν στη διαπασών στα χωράφια με τις ντομάτες τους τις κάνει θεσπέσιες στη γεύση, σε αντίθεση με όσες αναπτύσσονται με λαϊκά ή κλαρίνα.
Με εφόδιο την αγάπη τους γι’ αυτό που κάνουν και με γνώσεις για τις σύγχρονες απαιτήσεις του marketing επιχειρούν να διεισδύσουν στην παγκόσμια αγορά και να κρατήσουν το χωριό τους ζωντανό. Τι κι αν το σχολείο του σταμάτησε να λειτουργεί εδώ και 30 χρόνια ή το νεκροταφείο του είναι γεμάτο μνήματα ή αν οι νέοι είναι ελάχιστοι και δεν υπάρχει ούτε ένα κατάστημα ή ένα καφενείο! Οι λιγοστοί κάτοικοί του, αμιγώς αγρότες, καλλιεργούν σιτάρι, κριθάρι και ντομάτες. Βοηθοί τους σε αυτό το καινοτόμο εγχείρημα είναι πέντε γυναίκες. Άλλοτε με τις ιστορίες που διηγούνται μεταξύ τους, άλλοτε με αναγνώσεις αποσπασμάτων από παραμύθια που τους διαβάζει ο Αλέξανδρος και άλλοτε με συχνές δοκιμές, παράγουν τα πολύτιμα βαζάκια με γεμιστά. Τα συσκευάζουν μόνοι τους και τα προωθούν στις αγορές και στα σούπερ μάρκετ Ευρώπης και Αμερικής, με δικούς τους κανόνες μάρκετινγκ, αντιμετωπίζοντας τις τεράστιες δυσκολίες της παγκοσμιοποιημένης αγοράς.
Τίποτε, όμως, δε γίνεται τυχαία. Ο Αλέξανδρος, με πτυχίο μαθηματικών, σπούδασε στην Κρήτη και επέστρεψε στα πάτρια εδάφη. Αρχικά εργάστηκε σε φροντιστήρια και έκανε ιδιαίτερα μαθήματα, αλλά το επαγγελματικό αδιέξοδο τον ώθησε να στραφεί μαζί με τη γυναίκα του στα μελίσσια. Έτσι, ξεκίνησε πριν από 22 χρόνια με μια οικογενειακή επιχείρηση μελιού και επεκτάθηκε στην βιολογική ντομάτα και στα όσπρια. Κινεί τα νήματα, ερευνά, αφοσιώνεται στην ιδέα και οργανώνει τη μέθοδο.
Καθώς καθιερώθηκε σε Ευρώπη και Αμερική να καλλιεργούνται εδώ και δεκαετίες μεταλλαγμένα υβρίδια άγευστης ντομάτας, εκείνοι διαφοροποιούνται από το παγκόσμιο γίγνεσθαι και χρησιμοποιούν τον σπόρο μιας λεπτόφλουδης αρωματικής ποικιλίας που καλλιεργείται ανελλιπώς από τις αρχές του 1900 παστεριώνοντας με τον ίδιο τρόπο που εφάρμοζαν από την εποχή του μεσοπολέμου. Με την πιστοποίηση παραγωγής βιολογικών προϊόντων πακετάρουν σάλτσες ντομάτας και βαζάκια με συνταγές που έχουν ως βάση την ντομάτα και εξάγουν στο Ηνωμένο Βασίλειο (κυρίως σε εστιατόρια και σε καταστήματα, όπως των Harvey Nichols, Sainsbury’s, Selfridges, Harrods και άλλα), στο Βέλγιο, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Η ειρωνεία είναι ότι ο Κορτές έφερε πρώτος τους σπόρους ντομάτας στην Ευρώπη, αλλά 500 χρόνια μετά, ένα ελληνικό χωριό στέλνει στην Αμερική φυσικές ντομάτες. Η “στραγγιστή ντομάτα” τους πλέον παράγεται σε μερικές χιλιάδες βάζα το χρόνο, κατέκτησε πολλά βραβεία, διεθνή φήμη, ενώ κυκλοφορεί και στην ελληνική αγορά από την εταιρεία “Βίοτος”.
Έχουν γραφεί αρκετά άρθρα για τη θεραπευτική δύναμη της μουσικής και για τη μουσικοθεραπεία. Αυτό που προκύπτει από το ντοκιμαντέρ της Οικονόμου είναι ότι η μουσική κάνει καλό και στις ντομάτες. Η “συνταγή” της σκηνοθέτιδας περιέχει κωμική, ποιητική, αλλά και φιλοσοφική διάθεση (υπάρχει ζωή μετά θάνατον;), σεβασμό απέναντι στους χαρακτήρες της, προβάλλοντας τη δύναμη των ανθρώπινων σχέσεων, τη σημασία να βλέπει κανείς τη ζωή με άλλη οπτική, αλλά και την ικανότητα να ελίσσεται στις δυσχερείς καταστάσεις. Η περιπλάνησή της στο χωριό αποτυπώνει την ερημιά, τη μοναξιά των κατοίκων, τις δυσκολίες της σκληρής αγροτικής καθημερινότητας χτυπημένης από την κρίση, αλλά και τη χαρά για το επίτευγμά τους. Η οποία αποτυπώνεται κατά την άφιξή τους στο Βέλγιο, όταν βλέπουν στα ράφια ενός σούπερ μάρκετ το αποτέλεσμα του μόχθου τους.
Τελικά, ναι! «Η ντομάτα θέλει κάτι μεγαλειώδες για να ντραπεί, να κοκκινίσει. Βάγκνερ!». Στην ιστορία συνυπάρχουν η κανονικότητα με το σουρεάλ, εμπλεκόμενα με μύθους, ποίηση και μοναδικούς ανθρώπους. Ο Ισπανός Κόρτες, ο Γερμανός Βάγκνερ και οι αρχαιοελληνικές πελασγικές νύμφες λειτουργούν ευεργετικά στην καθημερινότητα των πρωταγωνιστών, προβάλλοντας το ρόλο των μύθων, της ποίησης, της μουσικής και του χιούμορ στη ζωή μας. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι ένα λαχανικό θα μετατρεπόταν σε μέσο κοινωνικοποίησης και δικτύωσης, δείχνοντας μια ανθρώπινη και κοινωνικοπολιτική διάσταση και ξεσκεπάζοντας παραδόσεις, συνήθειες, έντονα συναισθήματα και σχέσεις ανθρώπων σε διαφορετικές εκφάνσεις της ζωής; Με ταπεινή προσέγγιση της κάμερας, δημιουργικό μοντάζ και ευαισθησία η σκηνοθέτης δοκιμάζει τη δική της συνταγή και το αποτέλεσμα δείχνει να την δικαιώνει, αφού η επίγευση που αφήνει στροβιλίζει στον ουρανίσκο της Σκέψης.
Το ντοκιμαντέρ βρίσκεται κάτω από την ομπρέλα της STEFI & Lynx και της ΑΝΕΜΟΝ Productions, σε συμπαραγωγή με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και την Cosmote TV, με υποστήριξη από το πρόγραμμα “Creative Europe – Media” της ΕΕ, της 2|35 και της ΕΡΤ. Η ανάπτυξη της ταινίας έγινε στο “Docs in Progress 2018” του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, όπου απέσπασε το Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ, καθώς και στη διεθνή αγορά του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ του Άμστερνταμ, IDFA Forum 2018.
Η Μαριάννα Οικονόμου σπούδασε ανθρωπολογία, φωτοδημοσιογραφία και παραγωγή βίντεο στο Λονδίνο. Εργάστηκε αρχικά ως φωτογράφος και ερευνήτρια σε ελληνικά και ξένα έντυπα, κανάλια και οργανισμούς. Από το 2000 ασχολείται με το ντοκιμαντέρ, όπου εκτελεί παραγωγές για την ΕΡΤ («Μαθήματα-Παθήματα», «Οικολογικά Ημερολόγια», όπου το επεισόδιο “Μια μικρή μεγάλη ιδέα” αναφερόταν στην επιχειρηματική δραστηριότητα του Αλέξανδρου Γκουσιάρη) και σκηνοθετεί ντοκιμαντέρ σε συμπαραγωγή με ξένα κανάλια (BBC, ARTE, YLE) που συμμετέχουν σε διεθνή φεστιβάλ («Το Σχολείο», «Για μια θέση στο χορό», «Οδός Σφακτηρίας», «Bells, Threads and Miracles», «Άκουσέ με», «Food for Love»). Η τελευταία της ταινία «Ο πιο μακρύς δρόμος» βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Λειψίας, ενώ ήταν υποψήφια για το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Το ντοκιμαντέρ «Όταν ο Βάγκνερ Συνάντησε τις Ντομάτες» απέσπασε στο 21ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης το Βραβείο της Fipresci.
Όταν ο Βάγκνερ Συνάντησε τις Ντομάτες (When Tomatoes Met Wagner)
Σκηνοθεσία: Μαριάννα Οικονόμου
Διάρκεια: 75΄
* Ο Γιάννης Τοτονίδης από μικρός αρέσκονταν στις εκρήξεις. Οι γονείς του, για να μην ανατιναχθεί το σπίτι τους, τον έπεισαν να σπουδάσει Χημικός (απόφοιτος του Α.Π.Θ.). Η “εκρηκτικότητα” του ψυχισμού του τον ώθησε να ασχοληθεί με την 7η Τέχνη. Σπούδασε Σκηνοθεσία και είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών (ΕΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Σκηνοθετών (F.E.R.A.). Αρθρογραφεί από το 1991 και είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Π.Ε.Κ.Κ.), της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) και της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Στο παρελθόν υπήρξε Μουσικός Παραγωγός και Επιμελητής Κινηματογραφικών Εκπομπών, καθώς επίσης και Τηλεοπτικός Παρουσιαστής Κινηματογραφικών Εκπομπών. Τελευταία πειραματίζεται με τη μαγειρική και προκαλεί μόνο γαστρονομικές “εκρήξεις”.