Μια ταινία για τον ρατσισμό και τα δικαιώματα των μαύρων με πρωταγωνιστή έναν καλό λευκό άντρα, ένας μεξικανός σκηνοθέτης με μια ταινία που θυμίζει κλασσικό ασπρόμαυρο μεσογειακό νεορεαλισμό, ένας αμερικανός πρώτης γενιάς, γιος αιγύπτιων μεταναστών, δυο μαύρες γυναίκες που κερδίζουν για πρώτη φορά στις κατηγορίες τους και γίνεται είδηση κι ένας κορυφαίος μαύρος δημιουργός που βραβεύεται ενώ τον αγνοούν συστηματικά εδώ και 30, ακριβώς, χρόνια.

Αυτό είναι το ζουμί της πολιτικής ανάγνωσης των φετινών βραβείων Όσκαρ, η οποία δεν αφορά βεβαίως την αξία των βραβευμένων: ο Ράμι Μάλεκ, που πολύ λίγη κουβέντα έχει γίνει για την προσωπική του ιστορία, έκανε μια οσκαρικότατη ερμηνεία ως Φρέντι Μέρκιουρι, το «Black Panther» είναι το καλύτερο μπλοκμπάστερ των τελευταίων ετών, ο Μαχερσάλα Αλί ένας καταπληκτικός ηθοποιός και μόνο ένας ανόητος ή ένας ρατσιστής θα προσδιόριζε τον Αλφόνσο Κουαρόν με βάση την εθνικότητα του αγνοώντας τον καλλιτεχνικά.

Το θέμα είναι απλώς το πόσο βαρετό και προβλέψιμο έχει γίνει, τελικά, το Χόλιγουντ και πόσο ρατσιστικά είναι τα Όσκαρ, τα βραβεία που δίνει μια Ακαδημία στην οποία ο μικρός αριθμός των μη λευκών μελών γίνεται, σχεδόν κάθε χρόνο πια, θέμα, η οποία βραβεύει μαύρους ηθοποιούς κυρίως σε στερεοτυπικούς ρόλους και στέλνει μηνύματα βραβεύοντας ταινίες για την καταπίεση των μαύρων στις οποίες πρωταγωνιστούν καλοί λευκοί.

 

Γιατί είναι είδηση οι μαύροι νικητές;

Σκεφτείτε αυτό: δεν είναι παράξενο, εδώ και 80 χρόνια, κάθε φορά που παίρνει Όσκαρ ένας μαύρος να γίνεται είδηση; Από το 1939, που η Χάτι Μακντάνιελ πήρε βραβείο β’ γυναικείου ρόλου για το «Όσα παίρνει ο άνεμος» ως σήμερα, οι αβανταδόρικοι ρόλοι για τους μαύρους ηθοποιούς στο Χόλιγουντ είναι τραγικά συγκεκριμένοι. Θα είναι υπαρκτά πρόσωπα, αθλητές ή μουσικοί, οικιακό προσωπικό, εργάτες λευκών, μαύροι δημόσιοι υπάλληλοι (αστυνομικοί ή πράκτορες, συνηθέστερα) που προσδιορίζονται από τους συναδέλφους τους βάσει χρώματος, μπαρμπά-Θωμάδες, μάγισσες/μέντιουμ/πιστοί της βουντού, μέλη συμμοριών, γυναίκες σέξι ή θυμωμένες φωνακλούδες.

Με το τέλος του segregation, της Αμερικής του φυλετικού διαχωρισμού δηλαδή, οι ταινίες που τα καταφέρνουν στο Χόλιγουντ και τα Όσκαρ είναι οι καλοφτιαγμένες ταινίες που εξιδανικεύουν την ετερότητα και παρουσιάζουν έναν καλό λευκό «σωτήρα». Θέλετε παραδείγματα; «Το Πράσινο Μίλι», «12 χρόνια σκλάβος», «Ο σοφέρ της κυρίας Νταίζη», το πιο πρόσφατο «The Help», «Amistad», «Blind Side», «Blood Diamond», «Hidden Figures», «Gran Torino», ακόμη και το «Ο Μισισσιπής καίγεται». Αυτό τις κάνει κακές ταινίες; Όχι δα. Μόνο από αυτές τις λίγες που αναφέρω, οι δυο είναι ταινιάρες και οι υπόλοιπες πολύ καλοφτιαγμένες και μερικές εντελώς διασκεδαστικές (με την καλή έννοια).

Διαβάστε   Κέρδισε τη δικαστική μάχη για τον «Δον Κιχώτη» του ο Τέρι Γκίλιαμ

Στην παραπάνω λίστα μπαίνει και το «Πράσινο Βιβλίο». Μάλιστα, ο Σεθ Μέγιερς, κωμικός και παρουσιαστής του βραδινού talk show «Late Night with Seth Meyers», έκανε το πλέον πετυχημένο σχόλιο, με αφορμή το «Πράσινο Βιβλίο», φτιάχνοντας το φανταστικό τρέιλερ μιας ταινίας με τίτλο «Λευκός Σωτήρας».

Το «Πράσινο Βιβλίο» είναι μια ταινία πολύ καλοφτιαγμένη, πολύ χολιγουντιανή, με πολύ καλούς ηθοποιούς, πολύ ωραίες ερμηνείες, που είναι κομμένη και ραμμένη γεμάτη απλοικά στερεότυπα που σε κάνουν να βγαίνεις από το σινεμά νιώθοντας πως υπάρχει ομορφιά ακόμη και στην ασχήμια και πως μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη ακόμη στο ανθρώπινο είδος.

Το να τα νιώθεις όλα αυτά δεν είναι καθόλου λίγο πράγμα στην εποχή της απελπισίας στην οποία ζούμε και δεν πρέπει κανείς να υποτιμά τον παράγοντα αυτό όταν μιλάμε για ταινίες. Ναι, οι ταινίες υπάρχουν και για να περνάμε καλά.

Κι όμως, μέσα σε όλα αυτά τα όμορφα, με ταινία με τον τίτλο «Πράσινο Βιβλίο» δεν κάνει καν τον κόπο να εξηγήσει στον θεατή γιατί το «Πράσινο βιβλίο», ο ετήσιος ταξιδιωτικός οδηγός για μαύρους, είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της αμερικανικής ιστορίας. Όποιος νομίζει ότι αυτά τα δυο, η διασκέδαση και η σκληρή πραγματικότητα, δεν πάνε μαζί κάνει λάθος. Κι αυτός που τον έχει διαψεύσει είναι ένας κύριος ετών 61 και μόλις 1.68 μπόι, από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και λέγεται Σπάικ Λι.

 

Το έπος του Σπάικ Λι

Ο Σπάικ Λι έχει σκηνοθετήσει πάνω από 20 ταινίες με θέματα την φυλή, την ετερότητα, την πολυπολιτισμικότητα, με φόντο ειδικά τη Νέα Υόρκη. Τα σχόλια του δεν είναι πάντα τόσο προφανή. Στο «Καλοκαίρι του Σαμ» η πραγματική ιστορία ενός κατά συρροή δολοφόνου γίνεται όχημα για μια εντελώς ωμή αποτύπωση μιας πραγματικής κουλτούρας δρόμου και έναν σκληρό σχολιασμό για το κακό συνήθειο του ανθρώπου να αποζητά και να δημιουργεί αποδιοπομπαίους τράγους.

Διαβάστε   Φεστιβάλ Βενετίας: Ελλάδα εναντίον Ευρώπης στη νέα ταινία του Γαβρά

Στην «25η Ώρα» ο Λι κάνει το σπουδαιότερο κινηματογραφικό σχόλιο για τη Νέα Υόρκη την επομένη της 11ης Σεπτεμβρίου από δεκάδες ταινίες που αναφέρονται ευθέως στο γεγονός. Και, βέβαια, το τέλος της πιο εμβληματικής ταινίας του, του «Do the right thing», στην οποία αντί να σερβίρει μια εύκολη απάντηση για το αν ο πρωταγωνιστής έκανε «το σωστό» δημιουργεί ένα ερώτημα για το ποιο ήταν το σωστό τελικά, το οποίο απασχολεί κριτικούς και βιβλιογραφία ακόμη και σήμερα.

Ποιο είναι το βασικό στοιχείο που διατρέχει όλο του το έργο; Ότι δεν εξιδανικεύει την ετερότητα. Βασικά, δεν εξιδανικεύει τίποτα. Ούτε την φυλή του, για τα ζητήματα της οποίας παραμένει ένας από τους πιο παθιασμένους, σε βαθμό εώς και παρεξηγήσιμο, ακτιβιστές των ΗΠΑ. Σε έναν κόσμο, το Χόλιγουντ, που αγαπά το όμορφο και το στρογγυλό, ο Σπάικ Λι δεν έχει κανένα πρόβλημα να δείξει την ασχήμια, να μην υποκύπτει σε αναμενόμενα ηθικά διλήμματα, να μη δίνει την εύκολη απάντηση σε κανέναν μας, ακόμη κι όταν, ως θεατές, την αποζητάμε. Γι’ αυτούς τους λόγους ο Σπάικ Λι είναι πάρα πολύ σημαντικός, κάτι που παραδέχονται κι οι στοιχειωδώς αντικειμενικοί επικριτές του. Και γι’ αυτούς τους λόγους δεν είχε βραβευτεί ποτέ μέχρι χθες, γι’ αυτούς τους λόγους τον αγνοούσαν ακόμη κι από τις υποψηφιότητες, γι’ αυτούς τους λόγους δεν είχε τιμηθεί ούτε καν για το «Do the right thing», παρά μόνο με ένα Όσκαρ συνολικής προσφοράς, λες κι είναι συνταξιούχος, έτσι, για να βγει η «υποχρέωση».

Φέτος πήγε στα βραβεία με το «The BlacKkKlansman», μια από τις καλύτερες ταινίες που έχει φτιάξει, μια ταινία με την οποία εντυπωσιάζεσαι, τρομάζεις, μαθαίνεις, θυμώνεις και γελάς με την καρδιά σου, η οποία πήρε το Gran Prix στις Κάννες αλλά κανένα mainstream αμερικάνικο βραβείο πέρα από αυτά για το διασκευασμένο σενάριο της.

Διαβάστε   16 Μαΐου 1929: η πρώτη τελετή απονομής των Βραβείων Όσκαρ

 

Τα ενδιαφέροντα σημεία

Οι μόνες ενδιαφέρουσες στιγμές της φετινής τελετής των Όσκαρ ήταν αυτές που τον αφορούσαν: η ομιλία της Μπάρμπρα Στράιζαντ γι’ αυτόν, η δική του ομιλία όταν παρέλαβε το βραβείο από τα χέρια του αγαπημένου του Σάμιουελ Τζάκσον, η εμφάνιση του με τα χρυσά δαχτυλίδια σιδερογροθιές που γράφουν Αγάπη και Μίσος από την εμβληματική σκηνή του «Do the right thing» και παπούτσια σχεδιασμένα γι’ αυτόν από τον Μάικλ Τζόρνταν, η μπασκετική παρομοίωση με την οποία «έθαψε» το «Πράσινο Βιβλίο» («σαν λάθος σφύριγμα του διαιτητή»).

Γιατί; Γιατί είχαν άποψη. Γιατί αυτό που λείπει είναι η άποψη και οι γωνίες. Και γιατί συμπεριληπτικότητα και πολιτική ταυτοτήτων και ακτιβισμός και αντιπολίτευση στη λαίλαπα του Τραμπ και του τραμπισμού, δεν μπορεί να γίνεται μόνο με τις ενοχές των προνομιούχων και τις διαβεβαιώσεις τους πόσο τέλειο είναι να είμαστε όλοι διαφορετικοί γιατί για μερικούς ανθρώπους δεν είναι καθόλου τέλειο και, όχι, δεν μπορούμε να μπούμε στη θέση τους ούτε αλλάζει κάτι με το να λέμε πως θα θέλαμε να είναι ο κόσμος.

Το Χόλιγουντ είναι για ιστορίες, ναι, για όμορφες ιστορίες, το αγαπάμε, δεν θα πάψουμε να το παρακολουθούμε απενοχοποιημένα και με τεράστιους κάδους βουτυρένιου ποπκορν, και δεν πρέπει να το παίρνουμε για κάτι άλλο από αυτό που είναι. Απλώς, όταν πάει να ανακατευτεί με την πραγματικότητα, μας δείχνει μόνο πόσο περιορισμένη πρόσληψη της έχει. Και γι’ αυτό το λόγο έχει υποχωρήσει ως παραγωγός αξιοσημείωτης και πρωτοποριακής ποπ κουλτούρας, κάτω από την τηλεόραση και την εμπορική μουσική.

ΠΗΓΗ: in.gr