Στο πλαίσιο των Agora Talks του 63ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 6 Νοεμβρίου, στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, συζήτηση με τίτλο The Changing Landscape of Greek Film and TV Financing: Developments, Opportunities and Challenges. What Experience Has Taught Us, and Where We Go Next, που φιλοξενήθηκε από τον Σύνδεσμο Ανεξάρτητων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Μέσων (ΣΑΠΟΕ). Στο επίκεντρο της συζήτησης βρέθηκε το συνεχώς διευρυνόμενο τοπίο για τη χρηματοδότηση των Ελλήνων παραγωγών, ενώ αξιολογήθηκαν και οι νομικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται, καθώς και οι προοπτικές εξέλιξης στο μέλλον. Οι ομιλητές του πάνελ ήταν οι: Φένια Κοσοβίτσα, αντιπρόεδρος τoυ ΣΑΠΟΕ και παραγωγός στην Blonde, η Μαρία Δρανδάκη, μέλος του ΔΣ του ΣΑΠΟΕ και παραγωγός στη Homemade Films, ο Κώστας Κεφαλάς, παραγωγός στη Faliro House Productions, και ο Σίμος Μαγγανής, παραγωγός στην Green Olive Films. Συντονίστρια ήταν η παραγωγός Αμάντα Λιβανού (Neda Films), ταμίας του ΣΑΠΟΕ, και προσκεκλημένοι ο Λεωνίδας Χριστόπουλος, Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, και η Αθηνά Χατζηπέτρου, CEO της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Την εκδήλωση προλόγισε η κ. Λιβανού, αναφέροντας αρχικά πως η δημιουργία μίας ταινίας, εκτός από καλλιτεχνικό εγχείρημα, είναι και οικονομικό. Αφού σύστησε τους ομιλητές, έδωσε τον λόγο στον κ. Χριστόπουλο, ο οποίος με την σειρά του ευχαρίστησε για την πρόσκληση και συνόψισε τη δημιουργία (2017) και τροποποίηση (2018) του cash rebate, προσθέτοντας πως: «Θέλουμε το σχέδιο cash rebate να συνεχίσει και γι’ αυτό έχουμε πετύχει να αποσπάσουμε ακόμη 200 εκατομμύρια, προερχόμενα κυρίως από ευρωπαϊκά κεφάλαια, έχοντας ήδη τα 75 εκατομμύρια του εθνικού budget. Παράλληλα, θα συνεχίσουμε να συζητάμε για την περαιτέρω απλοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου, γιατί πάντα θα υπάρχει ανάγκη για προσαρμογή». Πριν δώσει τον λόγο στην κ. Χατζηπέτρου, ανέφερε πως: «Ένα από τα κύρια προβλήματα, όσο η βιομηχανία μεγαλώνει στην Ελλάδα, είναι ότι χρειάζεται να καταρτίσουμε τους ανθρώπους που δουλεύουν σε αυτή, οπότε είμαστε υπέρ των νέων ιδεών και προτάσεων από τους επαγγελματίες, ώστε να αξιοποιήσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα τα διαθέσιμα κεφάλαια».
Με τη σειρά της η κ. Χατζηπέτρου, ξεκίνησε την εισήγησή της λέγοντας τα εξής: «Επιθυμώ να εξάψω το ενδιαφέρον σας, με τον ίδιο τρόπο που κι εσείς εξάπτετε τη φαντασία, το συναίσθημα και το δικό μου ενδιαφέρον». Στη συνέχεια, μίλησε για το Ταμείο Εγγυοδοσίας Δανείων Επιχειρήσεων Παραγωγής Οπτικοακουστικών Έργων, ύψους 62,5 εκατομμυρίων ευρώ: «Είναι το εργαλείο που χρηματοδοτεί την εταιρεία σας, την επένδυση της εταιρείας σας, με βάση ένα επιχειρηματικό σχέδιο, που αξιολογεί η Επενδυτική Επιτροπή. Έχετε μία εταιρεία, έχετε τη δημιουργικότητα, έχετε τα προϊόντα σας, αλλά είστε επίσης επιχειρηματίες, οπότε πρέπει να έχετε κατά νου ότι πρέπει να βλέπετε το “καλάθι” των οικονομικών εργαλείων που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε. Για το προϊόν έχετε το cash rebate, για τις επενδύσεις μπορείτε να έχετε αυτό το προϊόν, το οποίο πάει άμεσα στην επιχείρησή σας. Όμως, έχετε κι άλλες επιλογές, όπως το να συμπεριληφθείτε στα επονομαζόμενα οριζόντια προϊόντα. Για παράδειγμα, η ΕΑΤ θα λανσάρει σε λίγους μήνες ένα πρόγραμμα με το όνομα Growth, ύψους 800 εκατομμυρίων, το οποίο θα απευθύνεται σε εταιρείες που συγχωνεύονται. Το “καλάθι” με τα οικονομικά εργαλεία δεν εξαντλείται ποτέ. Θέλω, επίσης, με υπερηφάνεια να σας ζητήσω να συμμετάσχετε στην πλατφόρμα που έχουμε στην ΕΑΤ, την InnoAgora, την οποία δημιουργήσαμε από κοινού με την Γαλλική Αναπτυξιακή Τράπεζα και στην οποία θα βρείτε πολλούς άλλους ανθρώπους σαν κι εσάς, start-ups, r&d, growth, επενδυτές. Είναι σαν Facebook για εταιρείες και επειδή δεν απευθύνεται μόνο στην Ελλάδα, αλλά στην ευρύτερη Ευρώπη, γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον». Τέλος, έπειτα από παρότρυνση της κ. Δρανδάκη, μίλησε για το νέο πλάνο διεύρυνσης του πλαισίου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που παρουσιάζουν τραπεζικό ενδιαφέρον, το οποίο θα ξεκινήσει τον Ιανουάριο.
Στην συνέχεια, ο κ. Χριστόπουλος διευκρίνισε τα τρία κύρια οικονομικά εργαλεία για τους παραγωγούς οπτικοακουστικών έργων: «Νούμερο ένα είναι το cash rebate, που έχει να κάνει με τη χρηματοδότηση των project. Έπειτα, υπάρχει το οικονομικό αυτό εργαλείο που στηρίζει είτε την επιχείρηση σας είτε το οικοσύστημα των επιχειρήσεων γύρω από τη δική σας, που έχουν να κάνουν με τον εξοπλισμό πχ, που θέλουν είτε να ξεκινήσουν είτε να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους σε ό,τι αφορά τις υποδομές, το μάρκετινγκ κ.ά. Τέλος, υπάρχει η φορολογική ελάφρυνση, ένα φορολογικό κίνητρο χορηγούμενο από τις φορολογικές αρχές». Ο κ. Μαγγανής πήρε τη σκυτάλη υποδεικνύοντας πως «όσον αφορά τις παραγωγές που έρχονται από άλλες χώρες λόγω του cash rebate, αυτό που επιπλέον ζητάνε είναι το cash-flow certificate. Χωρίς αυτό δημιουργείται πρόβλημα στο πόσο γρήγοροι και παραγωγικοί είμαστε ως χώρα. Δημιουργούμε ένα οικοσύστημα, η πολιτική είναι εδώ, τα εργαλεία είναι εδώ, οι παραγωγοί είναι εδώ, απλώς μας λείπει αυτό το κομμάτι της αλυσίδας δημιουργίας, αυτής της εύκολης, βιώσιμης δυναμικής». Με τον προβληματισμό αυτό συμφώνησε ο κ. Χριστόπουλος απαντώντας ότι θα συζητηθεί πώς να καλυφθεί αυτό το κενό με όρους βιωσιμότητας.
Με αφορμή ερώτηση της κ. Δρανδάκη για το πώς οι εταιρείες θα έχουν πρόσβαση στα παρόντα και μελλοντικά οικονομικά εργαλεία, η κ. Χατζηπέτρου επισήμανε ότι εκτός από δημιουργικές επιχειρήσεις, οι παραγωγικές εταιρείες είναι επίσης οικονομικές με λογιστικά, λογαριασμούς, δικηγόρους κ.ά., που σημαίνει ότι απαιτείται χρηματοδότηση από περαιτέρω πηγές, εκτός του cash rebate: «Μην περιορίζεστε στο ότι ως παραγωγοί ταινιών θέλετε να δείτε ένα προϊόν με την ετικέτα της ταινίας. Μπορείτε να έχετε προϊόντα που ονομάζονται ψηφιακά, ενεργειακά. Η παραγωγή ταινιών είναι η δημιουργικότητά σας, το αποτέλεσμα του εξοπλισμού σας που μπορεί να χρηματοδοτηθεί από άλλα εργαλεία. Πρέπει να το δούμε με ανοιχτό πνεύμα».
Πριν την ολοκλήρωση του πάνελ, δόθηκε ο λόγος στο ακροατήριο, ώστε να θέσουν τις ερωτήσεις τους. Μεταξύ αυτών, συζητήθηκε εκτενώς η προσέλκυση παραγωγών στις Περιφέρειες, ζήτημα που έθεσε η Δήμητρα Ρογκότη του Film Office Ηπείρου. Σύμφωνα με την κ. Λιβανού: «τα τοπικά κεφάλαια σε άλλες χώρες είναι αυτά που προσφέρουν τα κίνητρα για να προσελκύσουν παραγωγές. Δεν νομίζω ότι το κράτος μπορεί να θεσπίσει νόμους και να προσφέρει συγκεκριμένα εργαλεία ώστε να μοιραστούν οι παραγωγές στις Περιφέρειες, αλλά συμβαίνει το αντίθετο, το ελληνικό cash rebate καθιερώθηκε για να έρθουν δουλειές από το εξωτερικό. Οπότε νομίζω εξαρτάται από τα κίνητρα που προσφέρει η περιοχή». Ο κ. Χριστόπουλος συμπλήρωσε σχετικά: «αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να στηρίξουμε τα Film Offices στα εγχειρήματα τους, ώστε να γίνουν πιο αποτελεσματικά και για να μπορέσουν να χτίσουν τα ίδια τα κανάλια που χρειάζονται για να ζητήσουν από τους παραγωγούς να μην κάνουν γυρίσματα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, αλλά να έρθουν, για παράδειγμα, στην Ήπειρο».
Τέλος, ο κ. Σαμιώτης έκανε μια τελευταία μνεία: «Πρέπει να σας πω, από προσωπική εμπειρία, πως χρειάζεται ένα σχέδιο εκπαίδευσης για τoυς συμβούλους επιχειρήσεων όσον αφορά τον οπτικο-ακουστικό τομέα, γιατί πρέπει να τους εξηγήσουμε πώς λειτουργεί ο τομέας. Και όταν μιλάμε για επιχειρηματικά σχέδια τοπικών projects, υπάρχει ένας τομέας που είναι εφιάλτης και λέγεται αναμενόμενα έσοδα. Είναι πολύ σημαντικό η κυβέρνηση να αναζητήσει πώς μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τα προϊόντα, πώς μπορούμε να παράγουμε έσοδα εκτός της χώρας και αυτό πρέπει να γίνει οργανωμένα, όπως προωθούμε τις ελιές και το κρασί. Πρέπει να υπάρχει μια κεντρική, οργανωμένη καμπάνια προώθησης για να σχεδιαστεί πώς οι παραγωγοί θα εξερευνήσουν τα προϊόντα και θα δημιουργήσουν έσοδα, αν θέλουμε να μιλήσουμε για επέκταση και ανάπτυξη. Και προφανώς, μπορούμε να αξιοποιήσουμε πολλά προγράμματα, αλλά αυτά τα προγράμματα αναπτύσσονται από άλλα Υπουργεία, που πολλές φορές δεν σχετίζονται με τον οπτικοακουστικό τομέα και δυσχεραίνουν τη συμμετοχή. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μία κεντρική διαχείριση». Σε αυτή την υπόδειξη, η κ. Χατζηπέτρου απάντησε πως πρέπει να μιμηθούμε τα παραδείγματα άλλων χωρών, όπως η Γαλλία. Το πάνελ ολοκληρώθηκε με την ευχή να υπάρξει επαναξιολόγηση των όσων συζητήθηκαν σε μία follow-up συζήτηση στο εγγύς μέλλον.