Ο θάνατος του ιερού ελαφιού: αποδομώντας τον Γιώργο Λάνθιμο

Του Γιάννη Τοτονίδη

Όταν ήμουν μαθητής, λόγω της κλίσης μου στις θετικές επιστήμες, υποτιμούσα τα μαθήματα των θεωρητικών επιστημών. Νεανικές ανοησίες! Τελειώνοντας τις (θετικές) σπουδές μου κατάλαβα ότι τόσο η Ιστορία, όσο και τα Αρχαία, είναι από τα σημαντικότερα μαθήματα που θα ’πρεπε να επικεντρώνονται οι μαθητές ανεξαρτήτως κατευθύνσεων.

Ένας από τους σπουδαίους αρχαίους Έλληνες που διδαχτήκαμε ήταν ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης, ο οποίος ήταν και ένας από τους τρεις μεγάλους διδάσκαλους του αττικού δράματος στο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Ο Ευριπίδης έχει επηρεάσει πολλούς καλλιτέχνες από διάφορες μορφές Τέχνης σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως για παράδειγμα τον Γερμανό συνθέτη Κρίστοφ Γκλουκ, ο οποίος συνέθεσε τη δραματική όπερα “Iphigénie en Aulide”. Ή τον Μιχάλη Κακογιάννη, ο οποίος με την κινηματογραφική μεταφορά του έργου “Ιφιγένεια” (1977) διεκδίκησε το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, έχοντας μαζί του πολλούς επιφανείς επαγγελματίες του χώρου: στα Σκηνικά και Κοστούμια τον Διονύση Φωτόπουλο, στη Μουσική τον Μίκη Θεοδωράκη, στη Διεύθυνση Φωτογραφίας τον Γιώργο Αρβανίτη και ως Ηθοποιούς τους Ειρήνη Παππά, Κώστα Καζάκο και Κώστα Καρρά.

40 χρόνια αργότερα ένας άλλος Έλληνας σκηνοθέτης -εξίσου σημαντικός (παρόλο το σύντομο έργο του) με τον Κακογιάννη- ο Γιώργος Λάνθιμος, επηρεάζεται και αυτός από την τραγωδία του Ευριπίδη και παρουσιάζει, μαζί με τον μόνιμο (σεναριακά) συνεργάτη του, Ευθύμη Φιλίππου, την ταινία “Ο Θάνατος Του Ιερού Ελαφιού”. Από ό,τι φαίνεται, μάλλον θα είναι και αυτός υποψήφιος για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Ο τίτλος που δίνεται στην ταινία είναι αλληγορικός, όπως αλληγορική είναι και η ταινία. Ούτε ελάφι υπάρχει, ούτε -επομένως- το ιερό του τίτλου, ούτε καν θάνατος ενός ζώου. Συνειρμικά όμως παραπέμπουν στην “Ιφιγένεια εν Αυλίδι”.

Η τραγωδία του Ευριπίδη εκτυλίσσεται με βάση το σχετικό μύθο της Ιλιάδας. Σύμφωνα με το μύθο, ο βασιλιάς Αγαμέμνονας σκότωσε στο κυνήγι, κατά λάθος, το ιερό ελάφι της θεάς Αρτέμιδος. Λίγο πριν από την αναχώρηση των ελληνικών πλοίων για την Τροία, καθώς βρίσκονται αγκυροβολημένα στην Αυλίδα, επικρατεί νηνεμία που δεν τους επιτρέπει να σαλπάρουν. Ο μάντης Κάλχας μηνύει με το χρησμό ότι οι θεοί θα στείλουν ούριο άνεμο στα πανιά τους, μόνο αν ο αρχιστράτηγος των Αχαιών θυσιάσει στην εξαγριωμένη θεά Άρτεμη την κόρη του Ιφιγένεια ως υπέρτατη τιμωρία, για να την εξευμενίσει.

Η Ιφιγένεια που βρίσκεται στις Μυκήνες προσκαλείται από τον πατέρα της στην Αυλίδα, με τη δικαιολογία πως -δήθεν- θα νυμφευθεί τον Βασιλέα των Μυρμιδόνων, Αχιλλέα. Όταν φθάνει συνοδευόμενη από την μητέρα της και γίνεται γνωστός ο αληθής σκοπός της πρόσκλησης, η μεν Κλυταιμνήστρα ικετεύει τον Αχιλλέα να σώσει τη νύφη, η δε κόρη τον πατέρα της να μη προβεί σε αυτήν την πράξη. Ο Αχιλλέας υπόσχεται να παρακωλύσει τη θυσία, αλλά ο στρατός σε εξέγερση απαιτεί την εκτέλεσή της θυσίας. Και ενώ τα πράγματα περιπλέκονται, η ευγενική ηρωίδα αποδέχεται την ποθούμενη πράξη και εκούσια προσφέρεται σε θυσία για την Πατρίδα. Στο τέλος του έργου, ένας αγγελιαφόρος έρχεται να ανακοινώσει στην Κλυταιμνήστρα ότι η Άρτεμη, την ώρα της θυσίας, έβαλε στη θέση της Ιφιγένειας μία ελαφίνα και πήρε την κόρη της στον ουρανό. Η τραγωδία κλείνει με την αναγγελία ευνοϊκού ανέμου και την προετοιμασία στου στόλου για την Τροία.

Γνωρίζοντας την πλοκή του Ευριπίδη, σας γίνεται πλέον πασιφανές πού αναφέρεται το ιερό ελάφι και η θυσία του τίτλου. Από το σημείο αυτό όμως και μετά δεν έχουμε τίποτε κοινό ανάμεσα στις δύο πλοκές, παρά μια περίπλοκη αλληγορία με ρίζες αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Θα ξεκινήσω την ανάλυσή μου πρώτα εστιάζοντας στο πρωτότυπο κείμενο που δανείστηκε ο Λάνθιμος για την αλληγορία του και στη συνέχεια θα σταθώ σε αυτό καθαυτό το δημιούργημά του.

  1. Βασιλιάς στην ταινία είναι ο καρδιοχειρουργός Στίβεν. Έχει όμως δύο παιδιά και καλείται να αποφασίσει ο ίδιος ποιο από τα δύο πρέπει να θυσιάσει. Άρα δεν υπάρχει σαφής επιλογή.
  2. Ο Ευριπίδης θέτει τη θυσία για το καλό της πατρίδας. Ο Λάνθιμος για το καλό της οικογένειας.
  3. Εκτός από τους γονείς που θέλουν να αποφύγουν τη θυσία και στις δύο πλοκές, ο Ευριπίδης θέτει ως υποστηρικτή της οικογένειας τον Αχιλλέα (αξιοσέβαστο πρόσωπο) και ως υποστηρικτή του μάντη Κάλχα, τον στρατό. Ο Λάνθιμος δεν έχει εξωοικογενειακούς παράγοντες που να συκρούονται ή να συμφωνούν με την απόφαση της θυσίας.
  4. Ο Ευριπίδης αναθέτει σε άλλον την εκτέλεση της δύσκολης απόφασης για θυσία, ενώ ο Λάνθιμος στον ίδιο τον ήρωά του.
  5. Τέλος, ο Ευριπίδης θυσιάζει τελικά ένα ελάφι αντί της Ιφιγένειας, την οποία σώζει χαρίζοντάς της μια ένδοξη θέση δίπλα στη θεά Άρτεμη, σε αντίθεση με τον Λάνθιμο που ούτε ελάφι θυσιάζει, ούτε ελαφραίνει τις καρδιές των γονιών.
Διαβάστε   «Η Μάγισσα»: μια μοντέρνα κωμωδία από τα παλιά, βραβευμένη με Χρυσό Βατόμουρο!

Στο φιλμ μπορεί να μην υπάρχει ελάφι, ούτε θεά του Ολύμπου, υπάρχει όμως το λάθος, η ενοχή, η εκδίκηση-τιμωρία, η σκληρή απόφαση και η θυσία. Όπως μάλιστα αναφέρει και ένας από τους χαρακτήρες σε μια στιγμή της ταινίας είναι όλα συμβολικά”. Ως προς την ουσία; Ας δούμε πρώτα τη σύνοψη της ταινίας.

Σήμερα. Το φιλμ ξεκινά σε μαύρο φόντο, με μια μπαρόκ, υποβλητική μουσική. Σε πολύ κοντινό κάδρο βλέπουμε μια ανοιχτή καρδιά στο χειρουργικό τραπέζι. Ο μεγαλοχειρουργός Στίβεν, λόγω της φύσης της δουλειάς του, έχει έμμεσα λόγο στη Ζωή και στο Θάνατο. Δεν τον παρομοιάζω με θεό, γιατί ο θεός δεν έχει αδυναμίες και ενδιαφέρεται για το ποίμνιό του. Αντίθετα, ο Στίβεν έχει αρκετές αδυναμίες (σπουδαιότερη, αλλά παλαιότερη το ποτό) και ενδιαφέρεται περισσότερο αν το ρολόι του είναι αδιάβροχο, μέχρι πόσο βάθος έχει ανθεκτικότητα και αν έχει εμφάνιση ημερομηνίας. Είναι παντρεμένος με την επιτυχημένη οφθαλμίατρο Άννα, με την οποία έχουν δύο παιδιά και η αγαπημένη ερωτική στάση τους είναι η «ολική αναισθησία».

Σε κάποιο χειρουργείο, λόγω ποτού, πέθανε ένας ασθενής του. Από τύψεις, σταματά το αλκοόλ και αναπτύσσει φιλική σχέση με τον 16χρονο ορφανό Μάρτιν, γιο του αποθανόντος ασθενούς. Μια σχέση περίεργη, παράδοξη, αμήχανη κάποιες στιγμές και κρυφή αρχικά. Όσες φορές τους συναντήσει κάποιος γνωστός του γιατρού, ο Στίβεν τον συστήνει ως συμμαθητή της κόρης του. Από ένα σημείο και μετά η σχέση τους αποκτά μεγαλύτερη οικειότητα και γίνεται πιο φανερή. Ο Στίβεν επισκέπτεται τη μητέρα του μικρού προσκαλεσμένος σε γεύμα και σε θέαση ταινίας, ενώ με τη σειρά του αυτός τον γνωρίζει στην οικογένειά του. Σύντομα ο μικρός αποκτά ιδιαίτερους δεσμούς με την οικογένεια του γιατρού και τότε ξεκαθαρίζει τις προθέσεις του, θέτοντας στον Στίβεν ένα τραγικό δίλημμα: τη θυσία ενός μέλους της οικογένειας ή τον κίνδυνο να χάσει τα πάντα.

Είναι πολλά τα συμβάντα που ΠΡΕΠΕΙ να αποδεχτείς παρακολουθώντας την ιστορία. Η σχέση Στίβεν-Μάρτιν γεννά πολλά ερωτήματα. Το κυριότερο, κατά πόσο ενδοτικός μπορεί να γίνει κάποιος από τύψεις. Κατανοώ το αρχικό ενδιαφέρον του γιατρού προς τον ορφανό Μάρτιν, την ιδιότυπη σχέση, άντε τα δώρα, αλλά μέχρι εκεί. Το να αποδέχεσαι πρόσκληση σε γεύμα, αντικρίζοντας -κατά πρώτον- τη χήρα στα μάτια μετά τον όλεθρο που της προκάλεσες και μάλιστα κρυφά από τη γυναίκα σου, να συνεχίζεις από οίκτο στην παρακολούθηση μιας αγαπημένης ταινίας της χήρας, για να κάνεις το χατίρι στο παιδί, υποψιαζόμενος ότι η κατάσταση αρχίζει να εκτρέπεται -διαπιστώνοντάς το στη συνέχεια- και το να προχωράς μετά από αυτά στο άνοιγμα της οικογενειακής σου πόρτας μόνο στο παιδί και όχι και στη μητέρα του -κατακρημνίζοντας με αυτόν τον τρόπο την ισορροπία που ήδη διαπιστώνεις πως χάνεται- μου είναι δύσκολο να το κατανοήσω ή να το αποδεχτώ.

Όπως, περισσότερο δύσκολο, μου είναι να κατανοήσω τον τρόπο που τελικά ο πιτσιρικάς προκάλεσε στα παιδιά του γιατρού τα ιατρικά συμπτώματα της παράλυσης, της τύφλωσης, της αιμορραγίας, του θανάτου. Δε δίνεται η παραμικρή επεξήγηση, λες και είναι κάτι ασήμαντο. Ενώ απεναντίας, αυτός είναι ο σημαντικότερος λόγος που οδηγεί τον πατέρα στο δίλημμα να επιλέξει ποιο από τα μέλη της οικογένειάς του θα σκοτώσει, ώστε να επιζήσουν οι υπόλοιποι. Το ακριβοπληρωμένο και πολύπειρο ιατρικό επιτελείο της κλινικής που εργάζεται ο Στίβεν και στην οποία νοσηλεύονται τα παιδιά, όσες μαγνητικές ή άλλες εξετάσεις και αν τελέσουν, δεν βρίσκουν την παραμικρή αιτία. Ούτε ο ίδιος, ο 16χρονος εκδικητής Μάρτιν, μας αφήνει μια υπόνοια για το τι προκαλεί αυτά τα συμπτώματα. Κάποια μορφή δηλητήριασης που δεν εντοπίζεται -ακόμη- εύκολα; Παραψυχολογία; Μάγια; Βουντού; Τι;

Διαβάστε   Η εφημερίδα "The Guardian" χαρακτηρίζει τον Λάνθιμο "γλυκομίλητο και λίγο σαν... λούτρινο αρκουδάκι"!..

Επίσης, μου φαντάζει αδιανόητο να προσπαθείς μέσα από μια συζήτηση με το διευθυντή του σχολείου των παιδιών σου, να οδηγηθείς στο συμπέρασμα ποιο από τα δύο παιδιά σου αξίζει περισσότερο και ποιο λιγότερο, ποιο είναι πιο χρήσιμο και πιο ήσσονος αξίας, ώστε να συμπεράνεις ποιο να σκοτώσεις. Το πιο δε εκκωφαντικό, σαθρό σεναριακό έκτρωμα είναι το ίδιο το τέλος της ταινίας, όπου βλέπουμε την αποδεκατισμένη οικογένεια ενωμένη. Σκοτώνει ο πατέρας το παιδί και δεν αποδομούνται οι δεσμοί, όσο άρρηκτα ενωμένοι και αν ήταν; Δεν δηλητηριάζεται η εμπιστοσύνη απέναντί του; Όπως είπε και ο Νίτσε “η αμφιβολία δηλητηριάζει τα πάντα χωρίς να σκοτώνει τίποτε”. Δεν γιγαντώνεται ο φόβος, η  δυσπιστία ότι το επόμενο θύμα, ίσως κάποια μετέπειτα στιγμή, να είναι ένα άλλο μέλος; Πώς μπορεί μια μητέρα να ζει στο ίδιο σπίτι με το δολοφόνο του παιδιού της, να μοιράζεται το ίδιο κρεβάτι, να τον κοιτάζει κατάματα και να μην επιθυμεί να τον τεμαχίσει σε άπειρα κομμάτια; Τέλος, πυροβολείται ένα μικρό παιδί και δεν υπάρχει ιατροδικαστής ή νεκροψία ή γνωμάτευση που να ενοχοποιεί τον πατέρα και να τον στέλνει στο θάνατο με φονική ένεση (μιας και η ταινία γυρίστηκε και αναφέρεται στην αμερικάνικη κοινωνία); Μπορεί μετά από μια αποτρόπαια, εγκληματική πράξη ο δολοφόνος να κυκλοφορεί ελεύθερος; Να μην του έχει απαγγελθεί η παραμικρή κατηγορία; Ακόμη και στις αυθαιρεσίες θεωρώ πως χρειάζεται “νυστέρι”.

Διάβασα, όπως φαντάζομαι και εσείς, σε διάφορες κριτικές, για παραλληλισμό και ομοιότητες του Λάνθιμου με τους Κιούμπρικ και Χάνεκε, μέχρι και με τον Γουάνκ Καρ Βάι(;!;!;). Λόγω της αφίσας (που παραπέμπει στο «2001: A Space Odyssey»), των πλάνων και της μουσικής επένδυσης (που παραπέμπει στο «The Shining»), της παρουσίας της Κίντμαν (που παραπέμπει στον προ 15ετίας ρόλο της στο «Eyes Wide Shut»), της ωμότητας (που παραπέμπει στον «Κρυμμένο» και στο «Funny Games» του Αυστριακού Χάνεκε). Ότι ο τρόπος που η κόρη του Στίβεν αγκαλιάζει τον Μάρτιν στη μηχανή του, παραπέμπει στο «Fallen Angels» του Κάρ Βάι. Ότι ο Στίβεν μοιάζει με θεό, επειδή είναι καρδιοχειρουργός, λες και αυτός αποφασίζει αν θα πεθάνει ή αν θα γιατρέψει κάποιον ασθενή. Ακόμη διάβασα για το κλασικό σχήμα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας: Ύβρις, άτη, νέμεσις και τίσις. Η αντίληψη, τελικά, είναι πολύ υποκειμενικό γνώρισμα.

Προσωπικά, ο τρόπος που υποδύονται οι ηθοποιοί τους ρόλους τους, μηχανικοί, ανέκφραστοι, άχρωμοι, σαν καλοκουρδισμένα ρομπότ, που υποδύονται ότι δεν υποδύονται, αφαιρώντας οτιδήποτε γνώριμο έχουν υποδυθεί στο παρελθόν τους, με παραπέμπει περισσότερο στο σινεμά του Φιλανδού Καουρισμάκι και του Σουηδού Άντερσον. Αποδέχομαι ότι το μουσικό θέμα έχει συνειρμούς με τα θέματα του Κιούμπρικ, αλλά το περί “ύβρις, άτη, νέμεσις και τίσις”, ούτε να το σχολιάσω. Η ημιμάθεια, όπως λέει η παροιμία, είναι χειρότερη της αμάθειας. Για να σας διαφωτίσω, στο ομηρικό έπος συναντάμε το ηθικό σχήμα άτη→ύβρη→νέμεση→τίση και όχι, όπως γράφηκε, ύβρις→άτη→νέμεσις→τίσις (λάθος ακόμη και στην κατάληξη των ουσιαστικών). Είναι χαρακτηριστική η λειτουργία του σχήματος αυτού στη ραψωδία Α και συγκεκριμένα το περιστατικό ανάμεσα στον ιερέα του Απόλλωνα, Χρύση, και τον αρχιστράτηγο των Αχαιών, Αγαμέμνονα. Άτη, λοιπόν, είναι η τύφλωση του νου, η οποία οδηγεί στην ύβρη, δηλαδή στην αλαζονική συμπεριφορά που ξεπερνά το μέτρο. Αυτή με τη σειρά της προκαλεί την οργή των θεών (κυρίως του Δία), δηλαδή τη νέμεση, η οποία τελικά επιφέρει την τίση, δηλαδή την τιμωρία του αλαζόνα-υβριστή. Κατά πόσο βρίσκει εφαρμογή αυτό το τετράπτυχο στη συγκεκριμένη ταινία, αδυνατώ να το αντιληφθώ.

Διαβάστε   "Σινεμά Ψ": Προβολή της οσκαρικής ταινίας "Ordinary People" του Robert Redford από τον κλάδο Τέχνης της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας

Οι διάλογοι είναι απλοϊκοί, παράταιροι κάποιες φορές με τα δρώμενα και ξεστομίζονται -επίτηδες μεν, άστοχα δε- χωρίς ίχνος βίωσής τους από τους χαρακτήρες. Κατανοώ, βέβαια, ότι το Λανθιμικό Σύμπαν περιβάλλεται από αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ίσως όμως αυτή η μανιέρα να μην ταιριάζει τόσο με το συγκεκριμένο θέμα. Όπως και να το δούμε, μια ανέκφραστη τραγωδία είναι αρκετά δύσπεπτη για τον θεατή.

Αναφορικά με τη Φωτογραφία του Θύμιου Μπακατάκη, δεν έχω να πω παρά μόνο θετικά σχόλια. Η αποστειρωμένη ατμόσφαιρα, η κλινική εικόνα των χώρων, οι ψυχροί, άδειοι χώροι, οι ατέλειωτοι διάδρομοι με ευρυγώνιο κάδρο και η αέναα κινούμενη κάμερα που ακολουθεί συχνά τους ήρωες τονίζει το σηπτικό περιβάλλον, ενώ από την άλλη το χειρουργικό Μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη επαυξάνει τη μακρόσυρτη συμπίεση του θεατή, μαστιγώνοντάς τον συναισθηματικά, σα να παρατηρεί εγχείρηση ανοικτής καρδιάς.

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Γιώργος Λάνθιμος είναι πολύ έξυπνος και ικανός Έλληνας σκηνοθέτης. Δεν είναι άλλωστε εύκολο να πείσεις να συμπράξουν σε μια παραγωγή Αγγλία, Ιρλανδία και Αμερική. Και αν μέχρι εδώ συνυπογράφει την ταινία με άλλους επάξιους Έλληνες καλλιτέχνες του χώρου -Φιλίππου, Μπακατάκης και Μαυροψαρίδης- σας ενημερώνω ότι σύντομα πρόκειται να αρχίσει τα γυρίσματα της επόμενης ταινίας εποχής για τη βασίλισσα Άννα της Αγγλίας, με τίτλο «The Favourite», όπου θα πρωταγωνιστούν  η Εμα Στόουν, η Ολίβια Κόλμαν και τη Ρέιτσελ Βάις, χωρίς τον μόνιμο συνεργάτη του Ευθύμη Φιλίππου, αλλά με τους Ντέμπορα Ντέιβις και Τόνι ΜακΝαμάρα και ότι ήδη έχει υπογράψει συμβόλαιο με την αμερικανική HBO για το γύρισμα τηλεοπτικής σειράς. Είναι λοιπόν πασιφανές ότι ξεκινά η πλήρης απογαλάκτωσή του από την Ελλάδα.

Χαρακτηριστικό ιδίωμα του σκηνοθέτη είναι κάθε ταινία του να διχάζει και να ξενίζει, να μην προσφέρει εύπεπτη ή κατανοητή πλοκή, γαρνίροντάς την συχνά με πολυεπίπεδη αφήγηση, να δημιουργεί πολλά ερωτήματα και να σου δίνει τη δυνατότητα να αναζητήσεις μόνος σου τις απαντήσεις. Αναμφίβολα όμως κερδίζει το σεβασμό μιας πολύ μεγάλης μερίδας των σινεφίλ.

Μετά τον Αγγελόπουλο, πρεσβευτής του ελληνικού σινεμά είναι πλέον ο Λάνθιμος. Τον οποίο εκτιμώ και σέβομαι. Οι σκέψεις μου δεν έχουν στόχο να μειώσουν το έργο του ή να υποτιμήσουν την αξία του. Θεωρώ όμως ανέντιμο να επικροτώ απερίσκεπτα έναν δημιουργό, από τυφλό θαυμασμό, αντί να διατυπώσω τις προσωπικές μου ενστάσεις, όσο πιο πειστικά και τεκμηριωμένα μπορώ. Διάβασα κάπου -όπως δήλωσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης σε συνέντευξή του- ότι διαβάζει κριτικές των ταινιών του, μόνο όταν κλείσει ο κύκλος κάθε ταινίας του. Κυρίως, αυτές που δεν είναι θετικές. Δεν ευελπιστώ ότι θα πέσει το μάτι στο link με την κριτική μου. Θα χαιρόμουν όμως, αν γινόταν αυτό, και περισσότερο αν κάτι από όσα έγραψα τον βοηθήσουν μελλοντικά.

Το ότι αυτό το ωμό, σκοτεινό, απαισιόδοξο ψυχολογικό θρίλερ των Λάνθμου-Φιλίππου απέσπασε βραβείο Σεναρίου στις Κάνες, μειώνει περισσότερο τη δική μου άποψη και δικαιώνει απόλυτα τους δημιουργούς. Από την άλλη όμως, οι αποδοκιμασίες που συνόδευσαν το φινάλε της ταινίας και τα χλιαρά χειροκροτήματα αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει από πλευράς μου ίχνος κακεντρέχειας. Όπως προέγραψα, η αντίληψη, τελικά, είναι πολύ υποκειμενικό γνώρισμα.

 

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΕΛΑΦΙΟΥ (THE KILLING OF A SACRED DEER)

Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος

Ηθοποιοί:  Κόλιν Φάρελ, Νικόλ Κίντμαν, Μπάρι Κέγκαν, Ράφι Κάσιντι, Σάνι Σούλζικ, Αλίσια Σίλβερστοουν

Διάρκεια: 121΄

Παραγωγή: Βρετανία – Ιρλανδία – ΗΠΑ