Η κλοπή της Ιστορίας

Του Αντώνη Λιάκου*

«Οι Σκοπιανοί μάς κλέβουν την ιστορία» είναι ένα από τα συνθήματα που ακούγονται αναφορικά με το μακεδονικό ζήτημα. Παραδόξως δεν ακούγεται το σύνθημα «Οι Τούρκοι μάς κλέβουν την ιστορία» (προβολή αρχαίων και βυζαντινών μνημείων στις τουριστικές διαφημίσεις τους) ή «Οι Γερμανοί μάς κλέβουν την ιστορία», γιατί αν ένα έθνος έκανε υπερδανεισμό ελληνικής ιστορίας, από τον 19ο αιώνα, είναι το γερμανικό. Αλλά τι «κλέβουν»;

Ο ίδιος ο όρος «ιστορία» δεν έχει ένα μόνο νόημα. Τι σημαίνει «έχω ιστορίες» ή «Ιστορία μου, αμαρτία μου, λάθος μου μεγάλο»; Τι σημαίνει η λέξη ιστορία στις φράσεις «το ιστορικό κέντρο της Αθήνας», «ο ναός ιστορήθηκε το 1650», «η ιστορική ηγεσία του κόμματος», το «ιστορικό μυθιστόρημα», «το ιστορικό του ασθενούς»; Τι κοινό και ποιες διαφορές έχουν όλες αυτές οι χρήσεις της λέξης ιστορία;

Δύο από τις επικρατέστερες ερμηνείες: Η ιστορία ως όσα συνέβησαν, δηλαδή το παρελθόν, και η ιστορία ως η εξιστόρηση των όσων συνέβησαν. Ποια είναι η διαφορά; Η έρευνα, η νοητική αναπαράσταση, η γραφή, η ένταξη στα παροντικά συμφραζόμενα διαμεσολαβούν, δημιουργούν διαφορετικές εκδοχές, οι οποίες πολλαπλασιάζονται γιατί οι αναγνώστες ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες και τον τρόπο σκέψης καταλαβαίνουν διαφορετικά και αποδίδουν διαφορετικές ερμηνείες στα κείμενα που διαβάζουν.

Αυτά τα ενδιάμεσα στάδια της γραφής και της ανάγνωσης ονομάζονται «διαμεσολαβήσεις». Η διαμεσολάβηση οδηγεί σε διαφορετικές εκδοχές. Οι εκδοχές δεν περιλαμβάνουν μόνο διαφορετικές ερμηνείες και αξιολογήσεις των όσων συνέβησαν, αλλά και διαφορετικές σειρές γεγονότων. Παρουσίες και απουσίες.

Ενα παράδειγμα: Ας σκεφτεί ο καθένας την προσωπική του ιστορία. Σε διαφορετικές στιγμές της ζωής του, άλλοτε δίνει το ένα νόημα, άλλοτε το άλλο. Αλλοτε «θυμάται» ορισμένα γεγονότα και άλλοτε τα «ξεχνά». Ας δοκιμάσει να γράψει για την ιστορία του.

Η πράξη της γραφής, αυτή καθεαυτή, θα τροποποιήσει την εικόνα που θέλει να περιγράψει. Οπως στα όνειρα. Δοκιμάζοντας να περιγράψει κανείς ένα όνειρο, το τροποποιεί γιατί το βάζει στην πειθαρχία της γλώσσας, στη χρονική διαδοχή, στους περιορισμούς των εκφραστικών δυνατοτήτων. Δηλαδή προσπαθώντας να περιγράψουμε ένα όνειρο, στην πραγματικότητα το κατασκευάζουμε. Στο τέλος θεωρούμε ότι το όνειρο που είδαμε είναι εκείνο που περιγράψαμε. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την εξιστόρηση του παρελθόντος. Περιγράφοντάς το, το «κατασκευάζουμε».

Διαβάστε   Ιστορία του Μέλλοντος. Πώς ο εικοστός αιώνας φαντάστηκε έναν «άλλο κόσμο»

Πώς «κατασκευάζεται» η ιστορία; Με τις έννοιες και τα διανοητικά εργαλεία που διαθέτει κάθε εποχή. Με τις δυνατότητες αλλά και τους περιορισμούς της γλώσσας και του πολιτισμού. Καλό παράδειγμα είναι ο τρόπος που άλλαξε η ιστορία της ελληνικής αρχαιότητας, μέσα από τις διόπτρες των βυζαντινών χρονογράφων, των ουμανιστών της Αναγέννησης και των Ελλήνων του 19ου αιώνα. Κατασκευή όμως δεν σημαίνει επινόηση. Και στις τρεις εποχές διάβαζαν Ηρόδοτο, Θουκυδίδη και Ξενοφώντα.

Τους αντιλαμβάνονταν όμως διαφορετικά. Κατασκευή δεν σημαίνει αυθαιρεσία ή χάλκευση. Η ίδια μελωδία ακούγεται διαφορετικά ανάλογα με το όργανο, τον εκτελεστή, την εποχή, τον χώρο κ.λπ. Γιατί όμως οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για την ιστορία; Τι θέλουν να μάθουν; Διαφορετικά πράγματα.

Θέλουν να μάθουν πώς διαμορφώθηκε η εποχή τους, το τώρα από το πριν. Ή θέλουν να ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή τους, να αυτοεπιβεβαιωθούν. Γιατί η ιστορία λειτουργεί ως καθρέφτης μέσα από τον οποίο ένα έθνος, όχι μόνο απολαμβάνει τον εαυτό του, αλλά προωθεί την κοινωνική συνοχή καθρεφτίζοντας τα διάσπαρτα και διαφορετικά μέλη του στον ίδιο καθρέφτη, διαδίδει βασικές ιδέες και κανόνες συμβίωσης, δημιουργεί, αλλάζει ή ενισχύει την ταυτότητά του.

Πολλοί πιστεύουν ακόμη ότι η ιστορία παραδειγματίζει ότι «είναι φιλοσοφία που διδάσκει με παραδείγματα» (Διόδωρος Σικελιώτης). Για άλλους η γνώση της ιστορίας έχει τον χαρακτήρα πολιτισμικής (και επομένως κοινωνικής) διάκρισης. Οι «μύστες» της γνώσης.

Οχι λίγοι, βρίσκουν παρηγοριά στην ιστορία, αν μάλιστα η προσφορά ιστορίας συνοδεύεται και από ηθικές κρίσεις, ακόμη καλύτερα. Η λογοτεχνία διαβάζεται ως ιστορία και η ιστορία ως λογοτεχνία. Η ιστορία ως απόλαυση, ως αντικείμενο του πόθου, διεκδίκησης, πόνου, ζηλοτυπίας, επιθετικότητας.

Διαβάστε   «Η δημοκρατία και η ιστορία»: το νέο βιβλίο του Αντώνη Λιάκου

Αλλά και η ιστορία ως καταπολέμηση στερεοτύπων και προκαταλήψεων. Μια κοινωνία συσσωρεύει μύθους και στερεότυπα για το παρελθόν το δικό της και των άλλων, τα οποία τα θεωρεί ως αυτονόητες ιδέες. Η ιστορική γνώση μπορεί να δείξει αν αυτές οι ιδέες ανταποκρίνονται στα πράγματα. Επίσης η ιστορία ως γνώση της «ετερότητας».

Αν η γνώση του παρελθόντος είναι μια εκπαίδευση στο να σκεφτόμαστε κοινωνίες και πολιτισμούς διαφορετικούς από τους σημερινούς, μας καθιστά περισσότερο ευαίσθητους και ικανότερους στο να κατανοούμε το διαφορετικό, στη σύγχρονη κοινωνία. Να κατανοούμε δηλαδή λαούς και κοινωνικές ομάδες διαφορετικές από τις δικές μας. Τέλος, ξεχασμένη πια χρήση, είναι η γνώση της ιστορίας για την αλλαγή της κοινωνίας.

Πολλές απαντήσεις, γιατί ιστορία δεν είναι η γνώση των γεγονότων. Ο στρατηγός Φράγκος, ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Γιάννης Μπουτάρης μπορεί να γνωρίζουν το ίδιο καλά τα ιστορικά γεγονότα. Αντιπροσωπεύουν όμως διαφορετικές, και διακριτές, ιστορικές κουλτούρες.

[Η “πειραγμένη” φωτογραφία του θέματος παρουσιάζει τον ηθοποιό Ρίτσαρντ Μπάρτον να ποζάρει δίπλα σ’ ένα πορτραίτο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του Ρόμπερτ Ρόσσεν Alexander the Great (1956)]

 

 

*Ο Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Γεννήθηκε στην Αθήνα (1947) και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ. Φυλακίστηκε από τη δικτατορία   από το 1969 έως το 1974. Μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιταλία, διδακτορική διατριβή στη νεώτερη και σύγχρονη ιστορία στο ΑΠΘ, 1984.  Δίδαξε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ  1981-1990. Το 1988-1989 ήταν Honorary Research Fellow στο Πανεπιστήμιο του Birmingham. Το 1990 εξελέγη αν. καθηγητής στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1994 είναι τακτικός καθηγητής. Το 1995 ήταν Επισκέπτης καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, και στο Πανεπιστήμιο του Sydney στην Αυστραλία. Το  1996- 1997 ήταν  Visiting Research Fellow στο Πανεπιστήμιο του Princeton, ΗΠΑ. Το 2001 ήταν επισκέπτης καθηγητής στην Ecole Normale Superieure στο Παρίσι. Συμμετέχει στο Συμβούλιο του European Doctorate in Social History. Το 2006 επισκέπτης ερευνητής για δεύτερη φορά στο Princeton. Από το 2005 είναι μέλος του Board της International Commission for History and Τheory of Historiography και από το 2010 έως το 2015 πρόεδρος. Είναι επίσης μέλος της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού Historein/Ιστορείν.

Το ερευνητικό και συγγραφικό έργο του αφορά την νεώτερη και σύγχρονη ιστορία, ειδικότερα την ιστορία της συγκρότησης των εθνικών κρατών στην Ελλάδα  και στην Ιταλία, την κοινωνική ιστορία και την ιστορία της ευρωπαϊκής ιστοριογραφίας. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει οκτώ βιβλία και πάνω από εξήντα   μελέτες δημοσιευμένες σε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά επιστημονικά περιοδικά και ειδικούς τόμους.  Έχει διατελέσει μέλος της Εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους, της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τράπεζας, του ΔΣ των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας και του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Διηύθυνε εκδοτικές σειρές Ιστορίας στις εκδόσεις Γνώση, Θεμέλιο και τώρα  Νεφέλη.  Τα τωρινά του ενδιαφέροντα αφορούν την ιστορία και τη θεωρία της ιστοριογραφίας και τη διερεύνηση της ιστορίας ως πολιτισμικής πρακτικής. Ελαβε μέρος στο ερευνητικό πρόγραμμα της European Science Foundation   «National Histories in Europe (NHIST) and the Cleiohres CLIOHRES.net (“Creating Links and Innovative Overviews for a New History Research Agenda for the Citizens of a Growing Europe”. Διετέλεσε Πρόεδρος της  Επιτροπής Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία.

 

Διαβάστε   Εκπαιδεύοντας τον Φασισμό!..